ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Βιασμός: Η ψυχολογία του θύματος και οι επιπτώσεις από τη μη τιμωρία του δράστη


«Δεν είσαι ποτέ η ίδια μετά απ’ αυτό. Δεν θα επιστρέψεις ποτέ σε αυτή την ψυχολογική ηρεμία τού να νιώθεις ασφαλής»

 

Η ψυχολογική κατάσταση του θύματος ενός βιασμού περιγράφεται για πρώτη φορά το 1979 από την Αν Μπέργκες και τη Λύντα Χόλμστρομ ως ένα σύνδρομο που συνίσταται σε τρία στάδια: το πρώτο στάδιο, το οξύ, αναφέρεται στην άμεση αντίδραση του θύματος, που περιλαμβάνει την κατάρρευση και την αποδιοργάνωση· στο δεύτερο στάδιο το άτομο προσπαθεί να επανακτήσει τους ρυθμούς της ζωής του, ωστόσο συνεχίζει να νιώθει έντονη εσωτερική αναταραχή· κατά το τρίτο στάδιο, το πιο μακροχρόνιο, το θύμα ενσωματώνει το γεγονός του βιασμού, δεν εστιάζει σε αυτό, και επαναφέρει τους ρυθμούς της ζωής του και την καθημερινότητά του. Σήμερα, θεωρείται ότι το σύνδρομο του βιασμού περιγράφεται καλύτερα από τη μετατραυματική διαταραχή. Δηλαδή, το θύμα του βιασμού βιώνει το λεγόμενο μετατραυματικό σύνδρομο, κατά το οποίο η επαναφορά εικόνων ή αναμνήσεων οδηγεί στην εκ νέου βίωση του γεγονότος με αποτέλεσμα το άτομο να διακατέχεται από έντονο-κατακλυσμιαίο φόβο, πηγή του οποίου αποτελεί ένα μη προγραμματισμένο-«βίαιο» γεγονός. Ο φόβος που βιώνει το θύμα μπορεί μακροχρόνια να αλλάξει ριζικά τη ζωή του, οδηγώντας το είτε στην απομόνωση είτε στην εγκατάλειψη των μέχρι πρότινος δραστηριοτήτων του και τρόπων συμπεριφοράς του.

Η χρονική των σταδίων του μετατραυματικού συνδρόμου κατά τις Μπέργκες και Χόλμστρομ ποικίλει ανάλογα με το άτομο και δεν υπάρχουν σαφή χρονικά όρια. Συνήθως το πρώτο στάδιο διαρκεί από μερικές ημέρες έως μερικές εβδομάδες και το άτομο είναι ιδιαίτερα ευάλωτο ψυχολογικά. Τα θύματα περιγράφουν πληθώρα συμπτωμάτων, σωματικών και ψυχολογικών, τα οποία ξεκινούν από μια κατάσταση σοκ και δυσπιστίας, που ακολουθείται από έντονο φόβο, αυτοτραυματισμούς ή ακόμα και αυτοκτονία. Στη συνέχεια, κυριαρχούν συναισθήματα όπως η οργή, η αμηχανία, η ντροπή και η αυτοενοχοποίηση. Η ένταση και τα συμπτώματα βέβαια ποικίλουν σε κάθε άνθρωπο. Καταγράφονται περιστατικά με γυναίκες που περνούν τις περισσότερες ώρες της ημέρας στο ντουζ επειδή θεωρούν τον εαυτό τους βρόμικο, διαταραχές στον ύπνο (αϋπνίες, κραυγές κατά τη διάρκεια του ύπνου) με τρομακτικούς εφιάλτες που εστιάζουν στη στιγμή του βιασμού, διαταραχές στην πρόσληψη ή/και την πέψη της τροφής, τρόμος, ξεσπάσματα σε λυγμούς κ.λπ. Ταυτόχρονα, τα θύματα περιγράφουν σωματικά συμπτώματα και πόνο, κυρίως σε περιοχές όπου ασκήθηκε έντονη βία, π.χ. μπράτσα, γενετήσια περιοχή, λαιμός. Παράλληλα, παρατηρείται στην πλειονότητα των θυμάτων έλλειψη συγκέντρωσης και διεκπεραίωσης απλών καθημερινών πράξεων που μέχρι πρότινος αποτελούσαν ρουτίνα γι’ αυτά.

Κατά το δεύτερο στάδιο, το θύμα αποφεύγει να μιλήσει για το γεγονός ή να συμμετέχει σε συζητήσεις που σχετίζονται με αυτό, επιχειρεί να επανέλθει στην καθημερινότητά του, σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτε, δηλαδή κατά κάποιον τρόπο προσπαθεί να ξεχάσει το γεγονός. Κατά τη φάση αυτή (η οποία σε ορισμένα άτομα μπορεί να διαρκέσει μέχρι και χρόνια) το άτομο συχνά περνάει περιόδους κατάθλιψης· ουσιαστικά δεν έχει ξεπεράσει –ούτε αποδεχτεί– το γεγονός, απλώς προσπαθεί να το αποφύγει. Κατά τη μακροχρόνια διαδικασία αναδιοργάνωσης, το θύμα βιώνει έντονη αναταραχή, εφαλτήριο της οποίας μπορεί να είναι ένας εφιάλτης, κάποια συγκεκριμένη μυρωδιά, η τυχαία παρουσία στο μέρος που έγινε ο βιασμός ή σε ένα μέρος που θυμίζει εκείνον τον τόπο. Το άτομο νιώθει έντονη συναισθηματική πίεση και φόβο, ο οποίος μπορεί να εξωτερικεύεται με διαταραχές στον ύπνο, εφιάλτες ή έντονες σκέψεις εκδίκησης. Σημαίνοντα ρόλο παίζει σαφώς η σχέση του θύματος με τον θύτη. Για παράδειγμα, εάν ο βιασμός έγινε από άτομο του οικείου περιβάλλοντος, το θύμα νιώθει ακόμα περισσότερες ενοχές και έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους γύρω του. Εάν ο δράστης ήταν άγνωστος, τότε ο φόβος που κυριεύει το θύμα είναι πολύ πιο έντονος και συχνά παρατηρείται να αλλάζει τόπο διαμονής, δουλειά ή συνήθειες, προσπαθώντας έτσι να νιώσει ασφάλεια. Τέλος, όλες οι περιπτώσεις βιασμού έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη μετέπειτα σεξουαλική ζωή του θύματος. Είτε ο βιασμός έχει γίνει σε παιδική ηλικία είτε κατά την ενήλικη ζωή, το θύμα αρνείται να εμπιστευτεί τον νέο του σύντροφο ή, σε περίπτωση που είχε σύντροφο όταν βιάστηκε, να έχει σεξουαλική επαφή μαζί του. Πολλές φορές, εκτός από τον ίδιο τον φόβο που βιώνει, νιώθει ενοχές ότι «ατίμασε» τη σχέση του.

Τι γίνεται όμως όταν ο δράστης δεν τιμωρείται; Τα παραδείγματα όπου η δικαιοσύνη φάνηκε τυφλή σε περιπτώσεις βιασμού είναι πολλά και μάλιστα πρόσφατα. Το κοινωνικό προφίλ του δράστη και της οικογένειας του, το νεαρό της ηλικίας, ο πρότερος καλός βίος οδηγούν πολλές φορές στην αθώωσή του. Η έλλειψη εξωτερικών βλαβών, η πιθανή κοινωνική συνεύρεση του θύματος με τον θύτη πριν από τον βιασμό, η μη άμεση καταγγελία του βιασμού στις αστυνομικές αρχές επίσης αποτελούν πολλές φορές στοιχεία για την αθώωσή του. Ταυτόχρονα, η διαδικασία υπεράσπισης του δράστη από τον συνήγορό του αναλώνεται σε ερωτήσεις και αγορεύσεις που αφορούν την εξωτερική εμφάνιση του θύματος (π.χ. τι φορούσε την ώρα του βιασμού) ή τη συμπεριφορά του (π.χ. για ποιον λόγο μια νεαρή κοπέλα να κυκλοφορεί μόνη της αργά τη νύχτα) ή τέλος τη σχέση μεταξύ θύματος και θύτη (π.χ. πώς μπορεί να σε βιάσει κάποιος ενώ μόνη σου έχεις πάει νωρίτερα στο σπίτι του;). Κατά συνέπεια, επιχειρείται η αντιμετάθεση της θέσης του θύματος στη θέση του θύτη, είτε μέσα από την ενοχοποίηση του θύματος ως ηθικού αυτουργού αυτού που εντέλει βίωσε είτε μέσα από την ακόμα μεγαλύτερη θυματοποίηση του θύματος σε περίπτωση που γνώριζε ή είχε σχέση με τον θύτη. Το θύμα δηλαδή έρχεται στη δικαστική αίθουσα όχι για να ζητήσει την τιμωρία του δράστη του βιασμού του, αλλά στην ουσία για να δικαστεί το ίδιο.

Ο δεύτερος αυτός ψυχολογικός βιασμός μπορεί να έχει ακόμα σοβαρότερες συνέπειες στην ψυχοσύνθεση του θύματος. Ενώ έχει κάνει το μεγάλο βήμα να ξεπεράσει το πρώτο στάδιο του μετατραυματικού συνδρόμου και να καταγγείλει τον βιασμό του, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται στον κοινωνικό του περίγυρο, καταλήγει να βλέπει τους ρόλους θύματος-θύτη να αντιστρέφονται. Καταρχάς, το θύμα είναι αναγκασμένο να επαναφέρει στη σκέψη του και να περιγράψει αναλυτικά όλο το συμβάν του βιασμού του, με όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορεί. Δεύτερον, σε μεγάλο βαθμό θα καταλήξει να ενσωματώσει τις «κατηγορίες» του συνηγόρου υπεράσπισης, γεμίζοντας τύψεις. Τρίτον, και σημαντικότερο, χάνει την πίστη στον εαυτό του, στη δύναμή του να καταγγείλει το συμβάν και ουσιαστικά να κάνει μια νέα αρχή από το σημείο «μηδέν» του βιασμού του. Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα του μετατραυματικού σοκ που βιώνει το θύμα, π.χ. έλλειψη εμπιστοσύνης προς τρίτους (ακόμα και προς άτομα του οικείου περιβάλλοντος), φόβος, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση, διαταραχές ύπνου κ.λπ., επανέρχονται ή η διάρκεια απομάκρυνσής τους επιμηκύνεται.

Την ίδια στιγμή, η κοινωνία ενσωματώνει χαρακτηριστικά που στη συνείδηση του απλού πολίτη μετατρέπουν τον βιασμό από κακούργημα σε πταίσμα ή την ελευθερία του θύματος σε πρόκληση. Ότι δηλαδή «άμα το κάνεις σωστά, δεν τιμωρείσαι» ή αντίστοιχα, σε μια νεαρή κοπέλα, «ας μη βάλω αυτή τη φούστα γιατί είναι πολύ κοντή και μπορεί να προκαλέσω τον βιασμό μου». Κατ’ επέκταση, διαμορφώνεται αυτό που περιγράφουμε ως «κουλτούρα του βιασμού», κατά την οποία δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος απενοχοποίησης του γεγονότος του βιασμού, επίρριψης των ευθυνών στο θύμα, και τελικά ελάφρυνσης της θέσης του βιαστή. Μια κουλτούρα που δυναμώνει τα ήδη διαμορφωμένα σεξιστικά χαρακτηριστικά εντός της: ο άντρας-βιαστής νιώθει ικανός να εξουσιάζει καθολικά την ψυχή και το σώμα μιας γυναίκας.[1]

Η ίδια η κοινωνία έχει καταφέρει να αναπτύξει αντανακλαστικά αντίθετα από εκείνα που θα όφειλε να δείχνει. Αντί δηλαδή να κατηγορεί ευθέως τον βιασμό ως πράξη, χωρίς να αναζητά δικαιολογίες, ευθύνες ή ελαφρυντικά στοιχεία, αναλώνεται σε συζητήσεις και σκέψεις που αφορούν αποκλειστικά τη δράση του θύματος: τι φορούσε, γιατί κυκλοφορούσε μόνη της τη νύχτα, γιατί πήγε σε ένα σπίτι που είχε μόνο αγόρια –κι ας ήταν γνωστοί της–, γιατί δεν φώναξε βοήθεια, γιατί πήγε στην αστυνομία μία εβδομάδα μετά. Σαφώς δεν αναρωτιέται κανένας εάν οι βιασμοί γίνονται μόνο τις βραδινές ώρες, εάν το θύμα ήταν στον εργασιακό του χώρο ή στο σπίτι του, εάν το θύμα φορούσε φόρμες και αθλητικά και όχι κοντή φούστα, όπως φαντάζονται όλοι, εάν ήταν σε κάποιο κεντρικό σημείο και όχι σε ένα απόμερο πάρκο, εάν ο βιαστής ήταν ο ίδιος ο φίλος ή κάποιος συγγενής του θύματος, εάν εκείνη τη στιγμή δεν ήταν σε θέση από το σοκ να καταγγείλει τον βιασμό της ή απλώς φοβόταν την κατακραυγή ακόμα και του ίδιου της του περίγυρου. Ακόμα και αυτή η κουβέντα βέβαια οφείλει να μη γίνεται από καμία πλευρά: όχι γιατί δεν είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε αυτά τα δεδομένα αλλά γιατί δεν έχουν καμία απολύτως σημασία, και το μόνο που καταφέρνουν είναι να ρίχνουν το κέντρο βάρους της συζήτησης και πάλι στο θύμα και όχι στο ίδιο το γεγονός. Πρόκειται λοιπόν για αντανακλαστικά της κοινωνίας που, εκτός των άλλων, καθιστούν την καταγγελία ενός βιασμού ακόμα δυσκολότερη. Ταυτόχρονα, διαμορφώνουν μια κατάσταση ευνοϊκή για τον επίδοξο βιαστή, που αντιλαμβάνεται πως ακόμα και να συλληφθεί έχει μεγάλες πιθανότητες να αθωωθεί ή να καταδικαστεί με μια ευνοϊκή γι’ αυτόν ποινή.

Ως γυναίκες, ως μητέρες που μεγαλώνουμε αγόρια και κορίτσια, ως μέλη μιας κοινωνίας που η αδικία περισσεύει, ζητάμε το αυτονόητο: καμία ανοχή στο φαινόμενο του βιασμού. Καμία ανοχή σε κοινωνίες που θέλουν να μας επιβάλλουν τι θα φοράμε, πού θα βγαίνουμε και τι ώρα. Καμία ανοχή σε κοινωνίες και στη δικαιοσύνη που θέλει να «βιάζει» την ψυχή μας για δεύτερη φορά. Καμία ανοχή σε κοινωνίες που πρέπει να εξηγήσουμε ΓΙΑΤΙ βιαστήκαμε και όχι ΟΤΙ βιαστήκαμε.

 

Στον δρόμο για το σπίτι, θέλουμε να είμαστε ελεύθερες, όχι γενναίες.

 

 

[1] Σε αυτό το σημείο, να αναφέρουμε πως θεωρούμε το θύμα γυναίκα, χωρίς να αγνοούμε ότι οι βιασμοί αφορούν οποιοδήποτε φύλο. Ωστόσο αποφεύγουμε σκοπίμως να αναφερθούμε σε διαφορετικά παραδείγματα, καθώς εκεί λαμβάνουν χώρα άλλα κοινωνικά ή ρατσιστικά φαινόμενα, καθώς επίσης και επειδή η ψυχοσύνθεση του θύματος μπορεί να πάρει άλλα χαρακτηριστικά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.