Δοκίμασαν τα πάντα για να τους σταματήσουν. Το Συνταγματικό Δικαστήριο κήρυξε τη διαδικασία παράνομη και ζήτησε να ακυρωθεί. Συνελήφθησαν προληπτικά οι αξιωματούχοι που είχαν την ευθύνη της διαδικασίας και κατασχέθηκαν 10 εκατομμύρια ψηφοδέλτια και άλλο έντυπο υλικό. Οι δήμαρχοι που θα βοηθούσαν στη διαδικασία απειλήθηκαν με τεράστια πρόστιμα. Χιλιάδες αστυνομικοί στάλθηκαν για να παρεμποδίσουν την διαδικασία, και το πρωί της Κυριακής της 1ης Οκτώβρη άρχισαν να εισβάλλουν σε εκλογικά κέντρα για να πάρουν τις κάλπες, ξυλοφορτώνοντας όποιον αντιστεκόταν και τραυματίζοντας πάνω 800 ανθρώπους. Έριχναν διαρκώς το διαδίκτυο για να εμποδίσουν την πρόσβαση στον ηλεκτρονικό εκλογικό κατάλογο και για να παρεμποδίσουν την αποστολή των αποτελεσμάτων. Έλεγαν σε όλους τους τόνους ότι η διαδικασία δεν θα ολοκληρωθεί και ότι ακόμα και αν ολοκληρωθεί δεν θα νομιμοποιηθεί. Έβαλαν διάφορους γελοίους εκπροσώπους της «κοινωνίας των πολιτών» να ανακαλύπτουν παρατυπίες. Αλλά δεν τα κατάφεραν...
Γιατί οι άλλες και οι άλλοι ήθελαν να ψηφίσουν. Ήθελαν να ασκήσουν αυτό το στοιχειώδες, το ελάχιστο δημοκρατικό τους δικαίωμα. Και το έκαναν. Κατέλαβαν αποβραδίς τα εκλογικά κέντρα, έκαναν περιφρούρηση, στήθηκαν υπομονετικά στις ουρές, συχνά κάτω από τη βροχή, άντεξαν τις επιθέσεις της αστυνομίας, αλλά τα κατάφεραν. Ψήφισαν. 2.262.424 Καταλανοί ψηφοφόροι κατάφεραν να ψηφίσουν αψηφώντας το πραξικόπημα της κυβέρνησης Ραχόι και από αυτούς ένα συντριπτικό ποσοστό 90.09%, 2.020.144 ψηφοφόροι είπαν ότι ναι θέλουν ανεξάρτητο κράτος. Σε μια από τις πιο εντυπωσιακές αλλά και συγκινητικές επιδείξεις πολιτικής ανυπακοής στη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία.
Ανυπακοής απέναντι σε μια κυβέρνηση στην οποία κυριαρχούν οι πολιτικοί κληρονόμοι του φρανκισμού (ας μη γελιόμαστε, «αντιφρανκική δεξιά» στην Ισπανία δεν υπήρξε), που όμως έκανε αυτό ακριβώς που βλέπει να γίνεται σε μια Ευρώπη όπου τα δημοψηφίσματα αναγνωρίζονται από την Ε.Ε. μόνο εάν έχουν το «σωστό» αποτέλεσμα, ειδάλλως επαναλαμβάνονται, όπου ο Ζαν-Κλωντ Γιουνκέρ, πρόεδρος της Κομισιόν και πάλαι ποτέ πρωθυπουργός του μεγαλύτερου νόμιμου «πλυντηρίου» στην Ευρώπη, έχει δηλώσει ότι «δεν υπάρχει δημοκρατική επιλογή ενάντια στις ευρωπαϊκές συνθήκες», όπου τα μνημόνια διαλύουν κάθε έννοια πραγματικής λαϊκής κυριαρχίας.
Διάφοροι θα βιαστούν να μιλήσουν για «εθνικιστική αναδίπλωση», αυτή τη βολική ρετσινιά που εξαπολύεται όποτε λαοί αμφισβητούν την τρέχουσα αυταρχική και αντιδημοκρατική ευρωπαϊκή πραγματικότητα, αγνοώντας και την ιστορία και το βάθος του αιτήματος της καταλανικής ανεξαρτησίας. Γιατί δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα το αίτημα της αυτοδιάθεσης του καταλανικού λαού (με διακριτή γλώσσα, κουλτούρα και ιστορία αιώνων) αναγνωριζόταν από όλες τις αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις ως αυτονόητο δημοκρατικό αίτημα, την ίδια ώρα που οι φασίστες του Φράνκο δεν πολεμούσαν μόνο τη δημοκρατία και την αριστερά αλλά και το δικαίωμα περιοχών όπως η Καταλονία στην αυτονομία. Είναι και η βαθιά οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση του ισπανικού κράτους και του ισπανικού πολιτικού συστήματος. Είναι η ακύρωση των όποιων θεσμικών ισορροπιών του συμβιβασμού του 1978 σε συνδυασμό με την κατάρρευση του ισπανικού «οικονομικού θαύματος» με την οικονομική κρίση μαζί με τη βαθιά απαξίωση ενός διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος που τροφοδότησε τόσο έναν τεράστιο κύκλο μαζικών λαϊκών κινητοποιήσεων, με συμβολική συμπύκνωση το 15-Μ, το ισπανικό κίνημα των πλατειών, όσο όμως και τη νέα ώθηση στο καταλανικό αίτημα για ανεξαρτησία.
Αντιφατικό, όπως κάθε αίτημα εθνικής αυτοδιάθεσης, πεδίο αντιπαράθεσης διαφορετικών ταξικών οπτικών (αν και με σαφή τοποθέτηση των δυνάμεων του μεγάλου κεφαλαίου κατά της απόσχισης), το αίτημα της καταλανικής ανεξαρτησίας έθεσε την αριστερά ενώπιον των ευθυνών της. Εκεί όπου οι ηγεσίες της ρεφορμιστικής αριστεράς, τόσο του Podemos όσο και της Ενωμένης Αριστεράς, μηρύκασαν την αμήχανη γραμμή «όχι στην ανεξαρτησία – ναι στο δημοψήφισμα», οι συντρόφισσες και οι σύντροφοι του CUP, ενός από τα πιο δυναμικά πειράματα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στην Ευρώπη, με υποδειγματική δημοκρατική κουλτούρα (εναλλαγές, όρια θητειών, αποφασιστικός ρόλος της βάσης) και βαθύ ριζοσπαστισμό μπήκαν μπροστά στη μάχη για το δημοψήφισμα και την ανεξαρτησία, ακολουθώντας τις καλύτερες παραδόσεις του κομμουνιστικού και επαναστατικού κινήματος που θέλει τον πατριωτισμό να μην είναι ανταγωνιστικός προς το αίτημα της χειραφέτησης.
Προφανώς και η υπόθεση έχει δρόμο μπροστά, όσο και εάν ο συνδυασμός ανάμεσα στην ωμή αστυνομική βία και την καταλυτική μαζικότητα της συμμετοχής διαμορφώνει δυναμικές δύσκολα αντιστρέψιμες. Θα δούμε και επιδείξεις αυταρχισμού και κυνισμού από τη μεριά της ισπανικής κυβέρνησης, θα δούμε ίσως και ταλαντεύσεις και τακτικισμούς από τη μεριά της καταλανικής κυβέρνησης. Όμως ο πολιτικός σεισμός έγινε, το ρήγμα άνοιξε και το στρατόπεδο της ελπίδας πήρε επιτέλους μια μεγάλη ανάσα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ