Περιοδικό Εκτός Γραμμής, Τεύχος 29 / Φεβρουάριος 2012
Η αναφορά στο ότι η χώρα μας διέρχεται μια πρωτοφανή κρίση είναι περίπου περιττή αφού αυτό μπορεί ο καθένας να το διαπιστώσει στην καθημερινότητά του. Μια σημαντική επίπτωση της οικονομικής κρίσης είναι η κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης που διαπερνά τα δύο μεγάλα κόμματα, και κυρίως το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Με τον όρο «κρίση πολιτικής εκπροσώπησης» εννοούμε την αποστοίχιση κοινωνικών κατηγοριών από πολιτικούς φορείς που μέχρι τότε τα αντιπροσώπευαν. Το συγκεκριμένο άρθρο θα επικεντρωθεί κυρίως στην κρίση αντιπροσώπευσης που δονεί το ΠΑΣΟΚ για δύο λόγους: α) από τη μία γιατί αυτή η ελληνική εκδοχή σοσιαλδημοκρατίας είναι που άρθρωσε την κυρίαρχη αστική στρατηγική στο μεγαλύτερο μέρος της μεταπολιτευτικής περιόδου, β) διότι τα κοινωνικά τμήματα που διαρρηγνύουν τις σχέσεις εκπροσώπησης με το ΠΑΣΟΚ αποτελούν, λόγω της θέσης που καταλαμβάνουν στον καταμερισμό εργασίας, δυνάμει στοιχεία μιας λαϊκής αντικαπιταλιστικής κοινωνικής συμμαχίας. Από εκεί και πέρα θα δείξουμε πώς η κρίση αυτού του κομματικού σχηματισμού μπορεί να συντελέσει στη δημιουργία ευρύτερων πολιτικών ανακατατάξεων.
Το ΠΑΣΟΚ και η κρίση εκπροσώπησης
Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να υφίσταται όλα τα πλήγματα που προξένησε η υιοθέτηση των μέτρων κοινωνικής λαίλαπας την τελευταία διετία, πράγμα αναμενόμενο αφού ήταν το κόμμα που διαχειρίστηκε τους βασικούς κόμβους αυτής της πολιτικής (Μνημόνιο, Μεσοπρόθεσμο, «κούρεμα»). Η κοινωνική καταστροφή που προκλήθηκε οδήγησε σε σημαντικές ανατροπές στις προηγούμενες κοινωνικές συμμαχίες. Έτσι, όχι μόνο τα στρώματα που στήριξαν την περιβόητη ΕΛΕ (Εθνική Λαϊκή Ενότητα) της δεκαετίας του ’80, αλλά και εκείνα που τάχθηκαν υπέρ του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος της σημιτικής περιόδου εμφανίζονται να διαρρηγνύουν τις σχέσεις εκπροσώπησης με το ΠΑΣΟΚ. Γίνεται πια φανερό πως τόσο στρώματα μισθωτών όσο και τμήματα της παραδοσιακής και της νέας μικροαστικής τάξης βλέπουν να διαψεύδονται με τον πιο βίαιο τρόπο οι προσδοκίες τους (δηλαδή η ελπίδα πως θα ζούσαν καλύτερα από τους γονείς τους), ενώ οι ίδιοι βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο να ζήσουν κατά πολύ χειρότερα, τα δε παιδιά τους (αν κάνουν) ακόμα χειρότερα. Η μεγάλης έκτασης οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση αντικαθιστά την προοπτική της κοινωνικής κινητικότητας, μια προοπτική που πάνω της συγκροτήθηκαν πολλές μορφές κοινωνικών συμμαχιών μετεμφυλιακά. Βέβαια αυτή η τάση αφορά και τη Νέα Δημοκρατία αλλά στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ παίρνει κατακλυσμιαίες μορφές.
Σε εμπειρικό επίπεδο αυτό γίνεται αντιληπτό όχι μόνο από την πρόθεση ψήφου που (δεν) του δίνουν οι δημοσκοπήσεις, αλλά και από ορισμένα άλλα στοιχεία. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έρευνα της VPRC (Δεκέμβριος του 2011), μόνο το 4,7% των Ελλήνων πιστεύει πως το ΠΑΣΟΚ έχει σήμερα την καλύτερη πολιτική στάση στη χώρα, με αποτέλεσμα στο συγκεκριμένο ερώτημα να έρχεται τέταρτο κόμμα, μετά τη ΝΔ (10,6%), το ΚΚΕ (7,3%) και το ΣΥΡΙΖΑ (6,7%). Σε αντίστοιχα, αν όχι χειρότερα, συμπεράσματα για τη δημοτικότητα του ΠΑΣΟΚ καταλήγουμε αν λάβουμε υπόψη μας τις θετικές απαντήσεις για τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων. Εδώ ο Γ. Παπανδρέου έρχεται δέκατος και τελευταίος με μόλις 13%. Η σειρά των υπολοίπων είναι: Δημαράς 51%, Κουβέλης 48%, Τσίπρας 34%, Καρατζαφέρης 28%, Παπαρήγα 26%, Σαμαράς 25%, Μπακογιάννη 20%. Αυτή η καταβύθιση αποτυπώνεται και στην πρόθεση ψήφου: το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009 με 44%, τον Δεκέμβριο του 2010 βρίσκεται σχεδόν δέκα μονάδες πίσω (34,5%), τον Ιούνιο του 2011 άλλες 8,5 μονάδες (26%) και η συνέχιση της πολιτικής της κοινωνικής εξαθλίωσης το οδηγεί τον Δεκέμβρη του 2011 στο πρωτοφανές 18% (αν, δε, λάβουμε υπόψη μας την αντίστοιχη έρευνα της Public Issue, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ πέφτει ακόμα περισσότερο στο 15,5%!).
Μια σημείωση, πιστεύουμε, χρήσιμη: αυτές οι εξελίξεις λαμβάνουν χώρα μέσα σε μια γενικότερη κρίση του πολιτικού συστήματος, με διάφορες εκφάνσεις, κυριότερη των οποίων είναι η κρίση του εκπροσώπησης του ΠΑΣΟΚ. Το άθροισμα του δικομματισμού, σύμφωνα με τις έρευνες της VPRC, από 77% στις εκλογές του 2009 υπολογίζεται λίγο λιγότερο από 50% τον Δεκέμβριο του 2011. Επίσης χαρακτηριστικό για το βάθος της κρίσης του πολιτικού συστήματος είναι το γεγονός πως το 57,8% πιστεύει πως κανένα κόμμα δεν έχει την καλύτερη πολιτική στάση.
Για να επανέλθουμε στο ΠΑΣΟΚ, το πιο ενδιαφέρον είναι η διάρρηξη των κοινωνικών συμμαχιών που έχει επιφέρει η πολιτική της κοινωνικής αποπτώχευσης. Σε σύγκριση με το άλλο μεγάλο αστικό κόμμα, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ χαρακτηριζόταν πάντοτε, παρά τις όποιες διακυμάνσεις, από ένα σαφές λαϊκό πρόσημο: υπεραντιπροσώπευση σε μισθωτούς του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, στους συνταξιούχους και στις νοικοκυρές, καθώς και στους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες, υποαντιπροσώπευση, σταθερά, στα πιο αμιγώς αστικά στρώματα και στους ελεύθερους επαγγελματίες και ενίοτε στα αγροτικά στρώματα. Σε κάθε περίπτωση μεγάλο τμήμα των λαϊκών στρωμάτων ψήφιζε ΠΑΣΟΚ γιατί θεωρούσε πως στο πεδίο της κρατικής διαχείρισης εξέφραζε σε σημαντικό βαθμό τα υλικά του συμφέροντα. Αυτό φαίνεται και από τη σύγκριση των σχετικών στοιχείων από έρευνες της Public Issue. Στις εκλογές του 2009 το ΠΑΣΟΚ στο παραδοσιακό του ακροατήριο (μισθωτοί, άνεργοι, νοικοκυρές, συνταξιούχοι, φοιτητές, αυτοαπασχολούμενοι, μικροί επιχειρηματίες) κινείται σε ποσοστά που, σωρευτικά, υπερβαίνουν το μέσο εκλογικό ποσοστό του. Ωστόσο, το σκηνικό τον Δεκέμβριο του 2011 αλλάζει ριζικά. Οι μετατοπίσεις των κοινωνικών στηριγμάτων του ΠΑΣΟΚ είναι που φέρουν την εκτίμηση εκλογικής επιρροής σε ποσοστά κάτω του 20%, σύμφωνα με τις δημοσκοπικές εκτιμήσεις. Έτσι, στους μισθωτούς, το ΠΑΣΟΚ πέφτει από το 42%-44% (ανάλογα με το αν εργάζονταν στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα) του 2009 στο 11% το 2011, στις νοικοκυρές, από το 45% στο 16%, στους ανέργους, από το 44% στο 15%, στους συνταξιούχους, από το 45% στο 21%. Ενδιαφέρον, τέλος, έχει και η ραγδαία πτώση στους αυτοαπασχολούμενους/επιχειρηματίες από 50% σε 11%, αν και στη συγκεκριμένη κατηγορία περιλαμβάνονται από τμήματα του μονοπωλιακού κεφαλαίου μέχρι μικρομαγαζάτορες, ελεύθεροι επαγγελματίες και αγρότες, και δεν είναι εύκολο να βγουν σαφή συμπεράσματα
Η σημασία της κρίσης εκπροσώπησης του ΠΑΣΟΚ για το λαϊκό κίνημα
Ο λόγος που επιμένουμε στην ανάδειξη της κρίσης του ΠΑΣΟΚ είναι γιατί το βάθος και το μέγεθός της είναι πιθανό να δημιουργήσει σημαντικές επιπτώσεις στο σύνολο του πολιτικού συστήματος. Κι αυτό γιατί η αποδέσμευση των λαϊκών κατηγοριών από την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ ανοίγει νέες δυνατότητες σε επίπεδο κοινωνικών συμμαχιών. Διαφορετικά ειπωμένο, αν δεχτούμε ότι κρίσιμοι κόμβοι για την απελευθέρωση του λαού από το σημερινό ζόφο είναι η συγκρότηση αριστερού μετώπου και η εκπόνηση μεταβατικού προγράμματος σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, τότε είναι εντελώς απαραίτητη η δημιουργία μιας κοινωνικής συμμαχίας που να εκπροσωπείται από το αριστερό μέτωπο και να θεωρεί ότι θα αλλάξει η ζωή της μέσα από το μεταβατικό πρόγραμμα. Κατά συνέπεια, αναφερόμαστε στην ανάγκη για μια πρωτόγνωρη συνάντηση μεταξύ λαϊκών στρωμάτων και ριζοσπαστικών αντικαπιταλιστικών στρατηγικών. Κι αυτό θα σημαίνει ένα νέο κοινωνικό πεδίο όπου θα συμπορευτούν, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’40, οι δυνάμεις της εργασίας και της γνώσης, όλες οι παραλλαγές της εκτελεστικής μισθωτής εργασίας, η σπουδάζουσα νεολαία, οι εργαζόμενοι με πάσης φύσεως μορφές ευέλικτης εργασίας, οι αγρότες, το μεγαλύτερο τμήμα των αυτοαπασχολούμενων, οι ελεύθεροι επαγγελματίες που πολώνονται προς την εργατική τάξη, στρώματα της διανόησης και του πολιτισμού.
Η σημασία της συνολικής κρίσης εκπροσώπησης του πολιτικού συστήματος
Όπως αναφέραμε, η βαθιά κρίση του ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να ιδωθεί εντός μιας συνολικής κρίσης του ελληνικού πολιτικού συστήματος, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως απότοκο τόσο των πολιτικών διαχείρισης της οικονομικής κρίσης όσο και ως απότοκο των προηγούμενων αστικών πολιτικών που οδήγησαν σε αυτή την κρίση. Η κρίση στη ΠΑΣΟΚ είναι δυνατό να επιταχύνει διαδικασίες αποδιάρθρωσης και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων με πρώτο και σημαντικότερο τη ΝΔ, η οποία αυτή την περίοδο πιέζεται πολλαπλά. Αν οδηγηθούμε σε «απελευθέρωση» πολιτικής και κοινωνικής δυναμικής, η κρίση εκπροσώπησης μπορεί να πάρει διαστάσεις ντόμινο, πράγμα που αντικειμενικά θα διευκολύνει τις διεργασίες για τη συγκρότηση του αντίπαλου δέους απέναντι στη σημερινή αθλιότητα.
Βεβαίως, μια τέτοια εξέλιξη είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να σημειωθούν θετικές εξελίξεις από την πλευρά του λαϊκού κινήματος. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως το βασικό «κόμμα» και ο οργανωτής των συμφερόντων της αστικής τάξης είναι το καπιταλιστικό κράτος. Κατά συνέπεια, δεν αρκεί μια εκτεταμένη κρίση του πολιτικού συστήματος για να σημειωθούν ανατρεπτικές καταστάσεις. Η κρίση των αστικών κομμάτων είναι δυνατό να οδηγήσει στη μετεξέλιξή τους ή στη δημιουργία άλλων αστικών κομμάτων, ενώ η πολιτική εφαρμογή των κατευθύνσεων του Μεσοπρόθεσμου θα υλοποιείται από το σύμπλεγμα κυβέρνησης-διοίκησης-δικαστικής εξουσίας-διεθνικών τοποτηρητών από ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ. Θα υποστηρίζαμε μάλιστα ότι υπάρχει ο κίνδυνος η αλλαγή στο προσωπικό πολιτικό προσωπικό ή/και η δημιουργία νέων σχηματισμών να λειτουργήσει εκτονωτικά/νομιμοποιητικά για την εφαρμογή των αστικών πολιτικών. Άρα, το διακύβευμα για τις λαϊκές δυνάμεις δεν είναι να παρατηρούν την κρίση του πολιτικού συστήματος αλλά να παρέμβουν σε αυτή μετασχηματίζοντάς τη σε καθεστωτική κρίση, δημιουργώντας μια νέα κοινωνική συμμαχία που θα αντιπροσωπεύεται από το αριστερό μέτωπο και θα καλείται να υλοποιήσει ριζικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς εφαρμόζοντας ένα εναλλακτικό μεταβατικό πρόγραμμα.
Εν κατακλείδι, η εποχή που ζούμε είναι πολύ ενδιαφέρουσα και δίνει τις δυνατότητες για πρωτόγνωρες κοινωνικές ανατροπές. Οι πραγματικές προκλήσεις είναι η συνειδητοποίηση ότι για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’40 τίθεται θέμα εξουσίας για την ελληνική Αριστερά, η στοχευμένη παρέμβαση στα αδύνατα σημεία του αντιπάλου που αναδεικνύει η πολιτική κρίση και η διατύπωση σαφούς εναλλακτικής λύσης που θα έχει ως κατεύθυνση τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Ας φανούμε αντάξιοι των καιρών…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ