ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


ΙΣΤΟΡΙΑ |
Δευ, 20/07/2015 - 00:00

Η μεταμοντέρνα σχέση μεταξύ Αλιέντε και Πινοσέτ ή η φάρσα της ιστορίας.


Η ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού έχει τις ρίζες της στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο και τους θεωρητικούς της μονεταριστικής σχολής τη δεκαετία του 1970.

Το ρεύμα αυτό εμπνεύστηκε από τις θέσεις τριών οικονομολόγων, «προφητών» του νεοφιλελευθερισμού: του Τζόζεφ Σουμπέτερ (1883-1950), του Φρίντριχ φον Χάγιεκ (1899-1992) και του Μίλτον Φρίντμαν (1912-2006). Η βασική τους θέση ήταν η εξάλειψη του κεντρικού σχεδιασμού στη ρύθμιση της οικονομίας καθώς ο κεντρικός σχεδιασμός καταπίνει την χαοτική θέσμιση της οικονομίας που απελευθερώνεται σε περίπτωση ιδιωτικών πρωτοβουλιών στην οικονομία.

Η θεωρία αυτή του λιγότερου κράτους και με την ταυτόχρονη προσπάθεια εξάλειψης του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας εγκαθίδρυσε ζητούμενα και επανανοηματοδότηση εννοιών. Έβαλε σε διατεταγμένη υπηρεσία την κυρίαρχη ιδεολογία διαμέσου τον ΜΜΕ να στοχοποιεί κοινωνικές ομάδες από εξαθλιωμένους λούμπεν εργαζόμενους απότοκα της πολιτικής αυτής. Η στοχοποίηση έπαιρνε και τη μορφή της καταστολής όταν οι κοινωνικές ομάδες αγωνίζονταν.

Στη δεκαετία του 1970 οι ηγέτες της σχολής αποκτούν σχέσεις με δικτατορίες, του στρατηγού Σουχάρτο στην Ινδονησία και του στρατηγού Πινοσέτ στη Χιλή. Ο ίδιος ο Μίλτον Φρίντμαν μεταβαίνει τον Μάρτιο του 1975 στη Χιλή, όπου αρκετοί πρώην φοιτητές του από το Πανε­πιστήμιο του Σικάγου είχαν γίνει σύμβουλοι του στρατηγού Αουγκούστο Πινοσέτ. Ο «πάπας» του νεοφιλελευθερισμού Φρίντριχ φον Χάγιεκ πραγματοποιεί πολλές επισκέψεις στη Χιλή και το 1981 δεν διστάζει να δηλώσει για τον στρατηγό Πινοσέτ:
«Προσωπικά, προτιμώ μια φιλελεύθερη δικτατορία, παρά μια δημοκρατική κυβέρνηση από την οποία θα απουσιάζει ο φιλελευθερισμός».

Εδώ έγκειται και η πρώτη δομική αντίφαση του λεγόμενου νεοφιλελευθερισμού. Μιλάει για αυτενέργεια και αυτορρύθμιση της αγοράς αλλά στην προσπάθεια δόμησης και εγκαθίδρυσης της πραγματικότητας του παρακαλάει το κράτος να βάλει αντιλαΪκή πλάτη και σε κατασταλτικό αλλά και σε πολιτειακό επίπεδο.

Α) Το διεθνοποιημένο μονοπωλιακό κεφάλαιο

Η σημερινή διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς δεν είναι μόνον αποτέλεσμα της κρατικής δραστηριότητας για φιλελευθεροποίηση των χρηματαγορών και των αγορών εμπορευμάτων. Στην πραγματικότητα, τα κράτη απλώς ακολούθησαν την de facto διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς, η οποία εντατικοποιήθηκε με τις δραστηριότητες των πολυεθνικών όταν, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, κάτω από την πίεση των τελευταίων, τα κράτη είχαν αρχίσει την διαδικασία φιλελευθεροποίησης των χρηματαγορών και την περαιτέρω απορρύθμιση των αγορών εμπορευμάτων (μέσω των γύρων της GATT). Επομένως, η σημερινή διεθνοποίηση είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα της δυναμικής «ανάπτυξη ή θάνατος», που χαρακτηρίζει την οικονομία της αγοράς, μίας δυναμικής που έθεσε σε λειτουργία ο ανταγωνισμός ―το κρίσιμο γεγονός που αγνοεί ο Τσόμσκι.

Είναι, ακόμη, η ίδια διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς, η οποία ήρθε σε αντίθεση με τον βαθμό κρατικού ελέγχου της οικονομίας που είχε επιτευχθεί μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, αυτή που κατέστησε αναγκαία την σημερινή νεοφιλελεύθερη συναίνεση. Η συναίνεση αυτή, δεν είναι μόνο μία αλλαγή πολιτικής, όπως ισχυρίζονται οι σοσιαλδημοκράτες και οι συνοδοιπόροι τους, αλλά αποτελεί σημαντική δομική αλλαγή. Η ελαχιστοποίηση του κράτους δεν είναι επομένως απλώς «κουβέντες», όπως υποθέτει ο Τσόμσκι που βασίζει την επιχειρηματολογία του στην αβάσιμη υπόθεση ότι «το κράτος συνεχίζει να αυξάνει σε σχέση με το ΑΕΠ, κυρίως στις δεκαετίες του 1980 και του 1990». Εν τούτοις, όχι μόνον η μείωση του ρυθμού αύξησης των κυβερνητικών δαπανών στις χώρες του ΟΟΣΑ ήταν μεγαλύτερη από την αντίστοιχη μείωση των άλλων τμημάτων της συνολικής ζήτησης κατά την περίοδο 1980-93[9], αλλά, στην πραγματικότητα, οι (σταθμισμένες μέσες) κυβερνητικές δαπάνες των οικονομιών με υψηλό εισόδημα, ήταν χαμηλότερες το 1995 (15% του ΑΕΠ) απ' ότι ήταν το 1980 (17%).Και όλα αυτά, χωρίς να λάβουμε υπ' όψη την δραστική μείωση του συνολικού δημόσιου τομέα που σημειώθηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια, ως συνέπεια της μαζικής ιδιωτικοποίησης των κρατικών βιομηχανιών. Με άλλα λόγια, η ελαχιστοποίηση του κράτους όχι μόνον δεν είναι «κουβέντες» αλλά, αντίθετα, είναι ένα βασικό στοιχείο της σημερινής νεοφιλελεύθερης συναίνεσης.

Επίσης, οι στρατηγικές συμμαχίες, οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές, όχι μόνον δεν αντιπροσωπεύουν μία κίνηση απομάκρυνσης από την οικονομία της αγοράς, αλλά, αντίθετα αποτελούν μία κίνηση προς μία νέα μορφή αυτής. Αντιπροσωπεύουν, δηλαδή, την απομάκρυνση από μία οικονομία της αγοράς της οποίας η δυναμική καθοριζόταν από την εσωτερική αγορά, προς μια οικονομία της αγοράς της οποίας η δυναμική καθορίζεται από την παγκόσμια αγορά. Αυτό συνεπάγεται ολοένα μεγαλύτερη συγκέντρωση δύναμης, όχι μόνον από άποψη εισοδημάτων και πλούτου, αλλά επίσης και από άποψη συγκέντρωσης του ελέγχου της παγκόσμιας παραγωγής, του παγκόσμιου εμπορίου και των παγκόσμιων επενδύσεων σε όλο και λιγότερα χέρια. Όμως, η ολιγοπωλιοποίηση αυτή του ανταγωνισμού δεν σημαίνει βέβαια έλλειψη ανταγωνισμού! Στη πραγματικότητα, ο ολιγοπωλιακός ανταγωνισμός είναι ακόμα πιο εξοντωτικός.

Β) Ο νέος καπιταλιστικός εξορθολογισμός σα Σοσιαλισμός των πλουσίων.

Η αποτυχία του καπιταλιστικού μοντέλου της «ελεύθερης αγοράς» αποδεικνύεται από τις κρατικές παρεμβάσεις, τις μεγαλύτερες όλης της οικονομικής ιστορίας, που καταδεικνύουν ότι οι αγορές δεν μπορούν να αυτορυθμιστούν μέσω του περίφημου, αλλά ανύπαρκτου, «αόρατου χεριού» της αγοράς. Η απληστία των καπιταλιστών τους οδηγεί στην αυτοκαταστροφή. Επιπλέον, η παρέκκλιση των αρχών από το νεοφιλελεύθερο δόγμα δεν αποσκοπούσε στην ενίσχυση των αποταμιευ­τών που έπεσαν θύματα των τραπεζιτών, αλλά, αντιθέτως, στη διάσωση των τραπεζιτών! Και το έπραξαν εφαρμόζο­ντας τη γνωστή καπιταλιστική συνταγή..
Ιδιωτικοποίηση στα κέρδη, αλλά σοσιαλισμός στις ζημιές!

Την άνοιξη του 2008, ο πρόεδρος Μπους αρνήθηκε να υπογρά­ψει νόμο που πρόσφερε (έναντι 6 δισ. ευρώ ετησίως) ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε 9 εκατομμύρια φτωχά παιδιά. Τη θεωρούσε «περιττή δαπάνη». Έξι μήνες αργότερα, όσα κι αν έδινε για να βοηθήσει τα καθάρματα της ΓουόλΣτριτ, δεν του φαίνονταν αρκετά. Για το νεοφιλελευθερισμό ο κόσμος έχει αναποδογυρίσει: σοσιαλισμός για τους πλούσιους και άγριος καπιταλι­σμός για τους υπόλοιπους.

Η διάσωση των μεγαλοκαπιταλιστών παίρνει τη μορφή ανοικτού σκανδάλου. Παρόλο που ο κόσμος βυθίζεται στην κρίση του αιώνα και εκατομμύρια εργαζομένων πυκνώνουν τις στρατιές των ανέργων, τα στελέχη πολλών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων (που ευθύνονται για την έκταση της κρίσης) εξακο­λουθούν να αμείβονται με εξωφρενικούς μισθούς και πριμ. Τα αφεντικά τραπεζών ή μεγάλων επιχειρήσεων εγκαταλείπουν τις εταιρείες τους λαμβάνοντας μυθικά πριμ εξό­δου («χρυσά αλεξίπτωτα»), ακόμα και μετά από σημαντικές απώλειες. Έτσι, για παρά­δειγμα, πέντε συνεχόμενα τρίμηνα απωλειών και η πτώση της μετοχικής αξίας κατά 70% δεν εμπόδισαν την τράπεζα MerrillLynch της Νέας Υόρκης, τον Δεκέμβριο του 2008, να προσφέρει στα στελέχη της μπόνους ύψους περίπου 5,4 εκατομμυρίων ευρώ. Αντίστοιχα, η GoldmanSachs και η MorganStanley που έχασαν την ιδιότητα της επενδυτικής τράπεζας, κατέβαλαν 10,4 εκ. ευρώ στα στελέχη τους. Ορισμένοι επικεφαλής της LehmanBrothers (παρόλο που κήρυξε πτώχευση) ει­σέπραξαν στα τέλη του 2008 το ίδιο μπόνους με την προη­γούμενη χρονιά!

Στο μεταξύ, στις ΗΠΑ μόνο, τα συνταξιοδοτικά ταμεία έχασαν περίπου 2.000 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον Πίτερ Όρζαγκ, επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, ο οποίος έκρινε ότι η κατάρρευση των χρημα­τιστηριακών αξιών θα επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό τους ερ­γαζομένους που η σύνταξη τους εξαρτιόταν από ιδιωτικά ταμεία και οι οποίοι πιθανότατα «θα αναγκάζονταν να κα­θυστερήσουν τη συνταξιοδότηση τους». Εξαιτίας του χρη­ματοοικονομικού κραχ, πολλοί εργαζόμενοι αντιλήφθηκαν ότι το ποσό της σύνταξης τους θα ήταν πολύ πιο μικρό από όσο προβλεπόταν.

Γ) Η παγιοποίηση της κατάστασης εξαίρεσης και ο μετασχηματισμός του κράτους πρόνοιας σε κράτος ασφάλειας

H κατάσταση εξαίρεσης -έννοια που αντλεί την καταγωγή της από την «exceptio» του ρωμαϊκού δικονομικού συστήματος και την οποία ο Αγκάμπεν θεωρεί ταυτόσημη με την «κατάσταση έκτακτης ανάγκης»- έχει αρχίσει σήμερα να μετατρέπεται, και με τη δική μας ανοχή, σε «φυσιολογικό» τρόπο διακυβέρνησης, τρόπο ο οποίος καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τόσο την εξωτερική όσο και την εσωτερική πολιτική των κρατών. (…) Όταν η κατάσταση εξαίρεσης τείνει να γίνει ο κανόνας, οι θεσμοί και οι ισορροπίες των δημοκρατικών συνταγμάτων δεν μπορούν να λειτουργήσουν και το ίδιο το όριο ανάμεσα στη δημοκρατία και τον απολυταρχισμό μοιάζει να καταλύεται. Κινούμενος σ’ έναν, εν πολλοίς, αχαρτογράφητο χώρο ανάμεσα στην πολιτική και το δίκαιο, ανάμεσα στην έννομη τάξη και την καθημερινή ζωή, χώρο τον οποίο οι περισσότεροι ιστορικοί και πολιτικοί επιστήμονες αρνούνται να μελετήσουν, ο Αγκάμπεν εξετάζει μία προς μία τις νομικές θεωρίες που αφορούν την κατάσταση εξαίρεσης και φωτίζει με έναν ουσιαστικό και ριζοσπαστικό τρόπο τη σκοτεινή σχέση που συνδέει τη βία με το δίκαιο.
Εχθρός, hostis και inimicus

Ο Γερμανός Φιλόσοφος του Δικαίου CarlSchmitt ,στο εκδοθέν εν έτει 1932 έργο του “DerBegriff des Politischen”, έκανε λόγο για εχθρό (τον οποίο διέκρινε από τον φίλο):

«Εχθρός, λοιπόν, δεν είναι ο ανταγωνιστής (Konkurrent) ή ο αντίπαλος (Gegner) γενικώς. Εχθρός, επίσης, δεν είναι ούτε ο ιδιωτικός αντίπαλος, τον οποίο μισεί κανείς τρέφοντας απέναντί του αισθήματα μίσους. Εχθρός είναι μόνο ένα, αν μη τι άλλο ενδεχομένως, δηλαδή σύμφωνα με μια πραγματική δυνατότητα, μαχόμενο σύνολο ανθρώπων, το οποίο αντιπαρατίθεται σε ένα άλλο τέτοιο σύνολο. Εχθρός είναι μόνο ο δημόσιος εχθρός, διότι όλα όσα σχετίζονται με ένα τέτοιο σύνολο ανθρώπων, ιδίως με έναν ολόκληρο λαό, καθίστανται με τον τρόπο αυτόν δημόσια. Εχθρός σημαίνει hostis, όχι inimicus υπό την ευρεία έννοια του όρου∙ πολέμιος, όχι εχθρός.»

Θέλοντας να αποκρύψει τον πολιτικό χαρακτήρα της θεωρίας του, ο Jakobs αναφέρει: «Η έννοια του εχθρού κατά τον Schmitt δεν αφορά έναν εγκληματία, αλλά έναν hostis, έναν άλλον· μέσα στους κόλπους του κράτους τίθεται ζήτημα πολιτικής αντιπαράθεσης υπό την έννοια του Schmitt, μόνο όταν έχει ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Αντιθέτως, ο εχθρός του Ποινικού Δικαίου του Εχθρού είναι ένας εγκληματίας που εικάζεται ότι ανήκει σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο είδος, ένας inimicus. Δεν είναι άλλος, αλλά κάποιος που οφείλει να συμπεριφέρεται ως όμοιος των υπολοίπων, και γι’ αυτόν άλλωστε τον λόγο θα του επιρριφθεί ενοχή κατά το Ποινικό Δίκαιο, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση του hostis κατά την έννοια του Schmitt. Εάν, στο πλαίσιο των αναπτύξεών μου, είχα αναφερθεί στον CarlSchmitt, θα επρόκειτο για μια λίγο-πολύ καταφανώς εσφαλμένη παραπομπή».
Κι όμως, το Ποινικό Δίκαιο του Εχθρού τιμωρεί αυστηρότερα ακριβώς για το φρόνημα του εγκληματία, και η υιοθέτηση του ακριβώς εξυπηρετεί την επισημοποίηση και τον καθαγιασμό του «χαμηλής έντασης» εμφυλίου πολέμου που διεξάγεται στο εσωτερικό των Δυτικών κοινωνιών.

Δ) Η στρατιωτικοποίηση του εσωτερικού των δυτικών κοινωνιών

Μπορούμε να πούμε ότι η διαδικασία που έχει προχωρήσει αρκετά αλλά βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη είναι η όσμωση των ρόλων στρατού και αστυνομίας. Είτε με ευθεία εμπλοκή του στρατού, είτε με στρατιωτικοποίηση των τακτικών των αστυνομικών δυνάμεων, η στρατιωτική αντιμετώπιση των ριζοσπαστικών κινημάτων, αυτών που αντιδρούν στην καπιταλιστική κυριαρχία είναι ήδη ένα γεγονός. Ο χώρος των πόλεων είναι ο χώρος αυτής της μάχης. Και είναι χώρος γνωστός, οικείος, επεξεργασμένος, τελικά κωδικοποιημένος από τις δυνάμεις καταστολής. Τουλάχιστον στις δυτικές μητροπόλεις.

Η στρατιωτικοποίηση του χώρου των πόλεων για μικρά χρονικά διαστήματα «κρίσεων», όταν οι μάζες, δηλαδή, βγαίνουν στους δρόμους, μέσω της ανάπτυξης pop-up στρατών (είτε από μπάτσους, είτε από καραβανάδες) είναι η στρατηγική επιλογή από πλευρά κράτους και κεφαλαίου για την ενσωμάτωση του πληθυσμού. Αντί για νοσοκομεία, σχολεία, κοινωνική πρόνοια και αντίστοιχα «ειρηνική» ενσωμάτωσή του, προτιμούν να πληρώνουν (λιγότερα) ώστε να αντιμετωπίζουν στρατιωτικά τους αποκλεισμένους.

Και φυσικά, όσο πιο συχνά το πλήθος των αποκλεισμένων και υποτιμημένων εμφανίζεται στο προσκήνιο, τόσο η στρατιωτικοποίηση του χώρου των πόλεων παίρνει μονιμότερα χαρακτηριστικά. Με λίγα λόγια: δεν θα ξυπνήσουμε ξαφνικά μια μέρα με το ραδιόφωνο να παίζει στρατιωτικά εμβατήρια και τα τανκς να κάνουν βόλτες στους δρόμους˙ ο στρατός βρίσκεται ήδη σε αυτούς κι ας  μην φοράει στολή παραλλαγής.
 Η ελληνική εμπειρία

Στην Ελλάδα, η στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας άρχισε με το που ο στρατός αναγκάστηκε να αποσυρθεί από τα δημόσια πράγματα και από τη διαφύλαξη της εσωτερικής δημόσιας τάξης, δηλαδή, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση. Παρ’ όλα αυτά, έλληνες αξιωματικοί της αστυνομίας είχαν επισκεφθεί τις ΗΠΑ για ενημέρωση και εκπαίδευση ήδη από το ‘61. Και το ’74, με την πτώση της χούντας, φτιάχνονται τα ΜΑΤ, το πρώτο αστυνομικό σώμα στο οποίο «η πειθαρχία θα είναι στρατιωτική»[30] τα οποία εκπαιδεύονται σύμφωνα με αυτά που είχαν δει οι αξιωματικοί που είχαν επισκεφθεί τις ΗΠΑ.

Από την πτώση της χούντας και την εισαγωγή του κεϋνσιανού κοινωνικού συμβολαίου και στην Ελλάδα, έχουμε την «επιστροφή του στρατού στους στρατώνες». Η διαχείριση της εσωτερικής ασφάλειας γίνεται υπόθεση της αστυνομίας και για το λόγο αυτό η αστυνομία εξοπλίζεται και εκπαιδεύεται. Τα πράγματα παραμένουν έτσι ως και το 2001. Όλη αυτή την περίοδο η εμπλοκή του στρατού σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας θεωρείται «εκτροπή», αλλά ταυτόχρονα τα ΜΑΤ αρχίζουν να μοιάζουν όλο και περισσότερο με στρατό, αλλάζοντας από το ’96 το χρώμα της στολής τους σε χακί, ενώ η αστυνομία εμπλουτίζεται με νέα στρατιωτικοποιημένα σώματα, όπως τους συνοριοφύλακες (1998) και με ειδικές δυνάμεις, όπως την Ο.Π.Κ.Ε. (1999). Αυτά προστίθενται στα πιο παλιά ΕΚΑΜ και ΥΜΕΤ.

Το 2001, το ελληνικό κράτος αναθεωρεί το αμυντικό του δόγμα ώστε αυτό να συμβαδίζει με τις «απαιτήσεις» των καιρών. Στα καθήκοντα του στρατού εντάσσεται πλέον και η αντιμετώπιση των ασύμμετρων απειλών. Το εύρος των «απειλών» οι οποίες εντάσσονται κάτω από τον κατηγορία της ασυμμετρίας, φαίνεται ξεκάθαρα στο σχετικό παράδειγμα του κειμένου της «αμυντικής στρατηγικής αναθεώρησης» που μας ενημερώνει ότι πρόκειται για: «μια σύγκρουση» γενικά, όπου «από τη μία βρίσκεται ένα οργανωμένο κράτος και από την άλλη έχουμε ομάδες συμφερόντων»(!)[31]. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ποιων τα συμφέροντα εννοεί…

Οι βασικότερες ασύμμετρες απειλές  που αντιμετωπίζει η χώρα, όπως αυτές προκύπτουν από το ίδιο κείμενο, είναι: διεθνής τρομοκρατία, όπλα μαζικής καταστροφής, διεθνές οργανωμένο έγκλημα, εμπόριο ναρκωτικών, διαφθορά και λαθρομετανάστευση, η οποία εκτός από «εισβολή προσφύγων από βαλκανικές χώρες», συνεπάγεται και τον πρόσθετο «κίνδυνο» της «διασποράς μουσουλμανικών θυλάκων στα βόρεια σύνορα με απροσδιόριστες [sic] απειλές»[32].

Βλέπουμε, πως αν και ουσιαστικά, με βάσει τους τρέχοντες ορισμούς της τρομοκρατίας, τους οποίους έχει αποδεχθεί το ελληνικό κράτος στα πλαίσια της συμμετοχής του στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, στοχοποιούνται τα ριζοσπαστικά κοινωνικά κινήματα, στα επίσημα ελληνικά κείμενα οι διατυπώσεις δεν είναι τόσο ξεκάθαρες όσο στις άλλες δυτικές χώρες. Το γεγονός αυτό οφείλεται στους πολιτικούς συσχετισμούς και στις ισορροπίες του μεταπολιτευτικού ελληνικού κράτους και στις κοινωνικές μνήμες από την εμπειρία της χούντας, με την συνακόλουθη εμπλοκή του στρατού στη δημόσια ζωή και την καταστολή. Για τους λόγους αυτούς, η διαδικασία όσμωσης στρατού και αστυνομίας με τονισμό του ρόλου του στρατού που παρατηρείται στις άλλες δυτικές χώρες, στην Ελλάδα ακολουθεί κατά βάση αντίθετη φορά. Αντί, δηλαδή, ο στρατός να αναλαμβάνει, μέχρι στιγμής, αστυνομικά καθήκοντα[33], παρατηρούμε την αστυνομία να στρατιωτικοποιείται αναλαμβάνοντας για παράδειγμα τη φύλαξη των συνόρων (δίπλα στο στρατό) και εξελίσσοντας τις τακτικές καταστολής, ώστε να συμβαδίζουν με τα δόγματα για μη-πολεμικές επιχειρήσεις που είδαμε παραπάνω.

Από το 2001, όμως, χρόνο με τον χρόνο, εξελίσσεται εντατικά και εντός της ελληνικής επικράτειας η διαδικασία προετοιμασίας και εμπλοκής του στρατού σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας, ταυτόχρονα  με την υιοθέτηση από την αστυνομία των τακτικών του δόγματος για μη-πολεμικές επιχειρήσεις. Ας κάνουμε μια γρήγορη αναδρομή στα γεγονότα.

Το 2001 αλλάζει το αμυντικό δόγμα της χώρας, όπως ειπώθηκε παραπάνω, για να προσαρμοστεί στην μετά-11/9 εποχή. Το 2002 γίνεται η πρώτη άσκηση του ελληνικού στρατού για την καταστολή διαδηλώσεων σε στρατόπεδο της Βέροιας[34]. Αντίστοιχες ασκήσεις γίνονται τακτικά με τελευταία αυτή που έγινε πέρυσι τον Φεβρουάριο στο Κιλκίς με το όνομα «Καλλίμαχος». Μονάδες του ελληνικού στρατού, στα πλαίσια της συμμετοχής τους σε δυνάμεις ταχείας επέμβασης του ΝΑΤΟ, εκπαιδεύονται εκτός των άλλων και στις μη-πολεμικές επιχειρήσεις (MOOTW), οι οποίες, το ξαναείπαμε, μπορούν να διεξαχθούν εκτός αλλά και εντός συνόρων. Το καλοκαίρι του 2003 λαμβάνει χώρα στο Πόρτο Καρράς της Χαλκιδικής η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ. Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει εμπλοκή του στρατού (αν και έχουμε του λιμενικού) αλλά τη στρατιωτικοποίηση ολόκληρης της χερσονήσου της Σιθωνίας αναλαμβάνει η αστυνομία με 50.000 προσωπικό[36]. Μάλιστα, αστυνομικοί περιπολούσαν τα δάση γύρω από το κτίριο της Συνόδου, ενώ είχε επιβληθεί απαγόρευση κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων στο μεγαλύτερο μέρος του οδικού δικτύου της χερσονήσου για 2-3 μέρες. Οι κάτοικοι επιτρεπόταν να κυκλοφορήσουν επιδεικνύοντας ειδική άδεια που τους είχε παρασχεθεί, τους επιβλήθηκε, δηλαδή, ένας ημι-στρατιωτικός νόμος.

Επίσημη εμπλοκή του στρατού σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας υπάρχει για πρώτη φορά μετά το ’74 στην Ολυμπιάδα του 2004. Η βασικότερη παράμετρος της προετοιμασίας της «πρώτης  Ολυμπιάδας μετά την 11/9» ήταν η Ολυμπιακή Ασφάλεια, η οποία περιλάμβανε όλο το πλέγμα και το εύρος των σχετικών μηχανισμών: αστυνομία, στρατό, λιμενικό, ειδικές δυνάμεις, ιδιωτικές εταιρείες σεκιούριτι, αλλά και των τεχνολογιών (το περίφημο C4I). Συγκροτήθηκαν επιτροπές διακλαδικής συνεργασίας ενόπλων δυνάμεων και δυνάμεων ασφαλείας, επιτροπές συντονισμού και υπήρξε προετοιμασία για σενάρια από τρομοκρατικό χτύπημα ως βιολογικό, χημικό και πυρηνικό πόλεμο(!). Κάτω από το ιδεολόγημα του «εθνικού στόχου» της Ολυμπιάδας, ο στρατός ξαναβγήκε στους δρόμους της Αθήνας. Οι φαντάροι που συμμετείχαν σε αυτή την επιχείρηση μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα όπλα τους όπως και οι αστυνομικοί, μέσω σχετικού νόμου που δημοσιεύτηκε την τελευταία μέρα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ[38]. Η Ολυμπιάδα υπήρξε χρυσή ευκαιρία για την απόκτηση εμπειρίας πάνω σε κοινές επιχειρήσεις όλων των κατασταλτικών μηχανισμών και μηχανισμών ασφαλείας. Φυσικά, η εμπλοκή του στρατού στη φύλαξη των ολυμπιακών εγκαταστάσεων συνεχίστηκε και μετά την Ολυμπιάδα, με 1.000 φαντάρους και στελέχη, ενώ για να συντονίζει το νέο αυτό καθήκον,  διατηρήθηκε και η βασική δομή που συντόνιζε τις κοινές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της Ολυμπιάδας, η «Στρατιωτική Διακλαδική Δύναμη Ασφάλειας Ο.Α. 2004».

Μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, ακολουθεί μια περίοδος αναβάθμισης της χρήσης βίας και της στρατιωτικοποίησης των μεγάλων ελληνικών πόλεων, κυρίως της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια μεγάλων κινητοποιήσεων. Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις του 2006-07, η εξέγερση του Δεκέμβρη του ‘08, η αντίσταση της Κερατέας το ’09-’10 και οι αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις της περσινής χρονιάς, όλα αντιμετωπίστηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις ως πολεμικές επιχειρήσεις χαμηλής έντασης, ως «μη-πολεμικές» στρατιωτικές επιχειρήσεις. Οι τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν, άλλοτε με επιτυχία για τις δυνάμεις καταστολής και άλλοτε με παταγώδη αποτυχία (όπως στη διάρκεια του Δεκέμβρη και των γεγονότων της Κερατέας), και θα χρησιμοποιούνται και από εδώ και πέρα είναι αυτές ακριβώς που περιγράφουν τα αμερικανικά εγχειρίδια για τις αντίστοιχες περιπτώσεις. Είδαμε, άλλωστε, ότι εισάγουμε σχετική τεχνογνωσία από τις ΗΠΑ ήδη από τη δεκαετία του ’60.

Χαρτογράφηση και κωδικοποίηση του χώρου της πόλης, προληπτικές συλλήψεις, μπλόκα, επιδείξεις δύναμης, αναγνωρίσεις στοιχείων ταυτότητας και παρεμπόδιση της πρόσβασης, αποκλεισμός των κυβερνητικών κτιρίων και των γύρω περιοχών, εκμετάλλευση της διάταξης του οδικού δικτύου για τη διάλυση των διαδηλώσεων, χρήση τόνων από «μη-φονικά» όπλα, ψυχολογικές επιχειρήσεις μέσω των ΜΜΕ, όλα στοιχεία ενός πολέμου χαμηλής έντασης, εφαρμόζονται από τις αστυνομικές δυνάμεις καταστολής μεταμορφώνοντας τα κέντρα των πόλεων όλο και συχνότερα σε στρατιωτικοποιημένες ζώνες.

Ε) Τα μνημόνια ως εγκαθίδρυση της κατάστασης εξαίρεσης αλλά και αντανάκλαση της κρίσης υπερσυσσώρευσης.

Στην ελληνική οικονομία η κρίση εκδηλώθηκε ελαφρώς ετεροχρονισμένη σε σχέση με την Ευρωζώνη. Μπήκε σε φάση ύφεσης το 2009, ενώ το 2008 ήταν χρονιά επιβράδυνσης στη διεύρυνση του ΑΕΠ. Το κυριότερο είναι ότι το τμήμα της Βιομηχανίας (Ορυχεία - Λατομεία, Μεταποίηση, Ηλεκτρισμός, Παροχή Νερού, κατά την αστική στατιστική) είχε κατά 4% συρρίκνωση το 2008/2007, ευρισκόμενη σε ύφεση από το 2005.

Το 2008 όλοι οι κλάδοι της Μεταποίησης βρέθηκαν σε ύφεση, με εξαίρεση τον κλάδο Τροφίμων (αύξηση 1,2%).
Η κρίση στη Μεταποίηση φαίνεται στη μεγάλη συρρίκνωση των βιομηχανικών εμπορευμάτων (περίπου κατά 7%).
Μεγάλη συρρίκνωση είχε ο κατασκευαστικός κλάδος (-9,4%).

Την περίοδο 2002-2008 η τάση ήταν σημαντική συρρίκνωση της παραγωγής στα περισσότερα από τα κυριότερα αγροτικά προϊόντα με εξαίρεση το μαλακό σιτάρι, τον αραβόσιτο και τα ροδάκινα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το πραγματικό αγροτικό εισόδημα επιδεινώθηκε το 2008 κατά -7,1%, λόγω στασιμότητας στις τιμές πώλησης από τους παραγωγούς και μεγάλης αύξησης των τιμών βιομηχανικών προϊόντων.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το καθαρό αγροτικό εισόδημα ως συσχετισμός της καθαρής προστιθέμενης αξίας σε σχέση με το κόστος συρρικνώθηκε το 2008 στο 80,1% εκείνου του 2000 (=100)1.

Στο 2008 σημειώθηκε μεγάλη πτώση τιμών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η συνολική χρηματιστηριακή αξία του οποίου ως ποσοστό του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο τέλος του 2008 στο 1/3 περίπου εκείνης του τέλους του 2007 (Δεκέμβρης 2008: 28%, Δεκέμβρης 2007: 86%). Σημαντικό μέρος αυτής της πτώσης οφείλεται στη μαζική αποχώρηση ξένων επενδυτών τον Οκτώβρη του 2008.

Ανεξάρτητα από τη φάση στον κύκλο της κρίσης, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας είναι η μακροχρόνια οξυμένη ελλειμματική δημοσιονομική της κατάσταση. Και μόνο με την επιβράδυνση του ΑΕΠ, που επιταχύνθηκε στο δεύτερο εξάμηνο του 2008, επιδεινώθηκαν θεαματικά οι όροι δανειοδότησης του κράτους.

Στους καπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς οι κατασταλτικοί σε συναρμογή με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς αποτελούν τον κύριο κορμό των μηχανισμών του κράτους. Διασφαλίζουν τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής εκχέοντας προς το κοινωνικό σώμα τις αναγκαίες ιδεολογικές, πολιτικές και κοινωνικές πρακτικές. Θα επιχειρήσουμε τη διερεύνηση των παραμέτρων που καθορίζουν, μορφοποιούν και επιβάλλουν, στην παρούσα συγκυρία της ταξικής πάλης, την όξυνση της κρατικής καταστολής και την περαιτέρω ποινικοποίηση των ιδεολογικών, πολιτικών και κοινωνικών εναντιώσεων στη θεσμοποιημένη εξουσία.

Η ενίσχυση της κατασταλτικής λειτουργίας του αστικού κράτους έχει κυρίως προληπτικό χαρακτήρα. Συνιστά νομική, οργανωτική και υλικοτεχνική προπαρασκευή ενόψει της εντεινόμενης επίθεσης του κεφαλαίου στο βιοτικό επίπεδο και τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζόμενων τάξεων. Βασικό μέλημα της ιθύνουσας τάξης αποτελεί η μη μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε πολιτική κρίση. Οι κατασταλτικές και ιδεολογικές λειτουργίες του κράτους, οι συνταγματικοί και πολιτικοί θεσμοί αναπροσδιορίζονται με βάση αυτό το ζητούμενο ·οικοδομείται το απαιτούμενο νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να ελεγχθεί η άμεση όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων η οποία ενδεχομένως να οδηγήσει σε υπονόμευση της ίδιας της ύπαρξης του αστικού κράτους.

Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει ότι σε συνθήκες οξυμένης αμφισβήτησης της αστικής πολιτικής εξουσίας αξιοποιείται τόσο η νομοθεσία και το «καθεστώς έκτακτης ανάγκης» (βλ. άρθρο 48 του ελληνικού Συντάγματος).
Στο σύγχρονο πλέγμα των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών αναδύονται νέες μορφές καθεστώτοςέκτακτης ανάγκης. Αν και άλλοτε ρητά, άλλοτε υπόρρητα γίνεται αναφορά από τις κυρίαρχες ελίτ στον παρεμφερή και πιο ήπιο όρο « κατάστασηέκτακτης ανάγκης», ο οποίος όμως σχεδόν πάντοτε σχετίζεται με την κρίση των δημόσιων οικονομικών που οφείλει, σύμφωνα με το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, να αποσοβηθεί ενώ ουδέποτε σχετίζεται με την κρίση της εργασίας.

Ζ)  Η Τ.Ι.Ν.Α ή ο Πινοσέτ ενσωματώνεται στον Αλιέντε και αυτοκτονούν και οι δύο μαζί.

 Οι τριακόσιοι μεγαλύτεροι συνεταιρισμοί του κόσμου είχαν τζίρο 1.926 δισ. δολάρια και απασχολούσαν το 2012 περίπου τέσσερα εκατομμύρια εργαζομένους. Για τους συνεταιρισμούς του κόσμου δεν γράφεται τίποτα, ακόμη και αν είναι τεράστιες επιχειρήσεις. Στις ΗΠΑ, περίπου το 40% της ηλεκτρικής ενέργειας διανέμεται από συνεταιρισμούς. Η ACOME της Γαλλίας, συνεταιριστική και αυτή, απασχολεί 1.500 ανθρώπους και είναι το μεγαλύτερο εργοστάσιο της Ε.Ε. στην παραγωγή καλωδίων. Οι συνεταιρισμοί, όταν εδραιωθούν, δεν γνωρίζουν κρίση. Για παράδειγμα στη Γαλλία, συνεταιρισμοί που έχουν ζωή παραπάνω από είκοσι χρόνια συγκρίθηκαν με αντίστοιχες καπιταλιστικές εταιρείες που είχαν τον ίδιο χρόνο ζωής. Ηταν 50% πιο ψηλά.

Το 2012 ορίστηκε Ετος των Συνεταιρισμών, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Στην Ελλάδα δεν μάθαμε τίποτα. Ούτε καν έγινε είδηση πως στην 35η σύνοδο των συνεταιρισμών, που έγινε στη Μασσαλία την ίδια χρονιά, ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, ΜπενουάΑμόν, δεσμεύτηκε να διευκολύνει τους εργαζομένους στις επιχειρήσεις που πτωχεύουν ώστε να περνούν στα χέρια των ίδιων που θα τις διοικούν συνεταιριστικά. Σε δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει στην Ευρωπαϊκή Ενωση, σε Καναδά, Αργεντινή και Ιαπωνία, 50% έχουν ενταχθεί σε κάποιο συνεταιρισμό. Ενας συνεταιρισμός δεν έχει το τεράστιο κόστος που έχει η καπιταλιστική επιχείρηση. Αρκείται σε μια αξιοπρεπή αμοιβή των εργαζομένων και δεν πληρώνει με χρυσάφι τα goldenboys που αναζητούν μυθικά κέρδη πάνω στον τάφο του άλλου.

Το ασφυκτικό πλαίσιο της διεθνοποιούμενης μονοπωλιακής κυριαρχίας δομεί ένα θεαματικό πλέγμα της λεγόμενης Τ.Ι.Ν.Α και ταυτόχρονα μετατρέπει οποιονδήποτε επίδοξο αριστερό μεταρρυθμιστή σε φιλελεύθερο εξυπηρετητή της θεωρίας του (Thereisnoalternative«TINA»). Η αναπαραγωγή της αστικής διαχείρισης με αριστερά επιχειρήματα δεν μπορεί να κρυφτεί απλώς πίσω από το πλέγμα των πραγματικών αρνητικών συσχετισμών της απολιτικής μετακαπιταλιστικής ολοκλήρωσης αλλά και στην ίδια την απουσία σχεδίου εξόδου από τη βαρβαρότητα.Aυτή η κατάσταση δεν αναπαράγει μόνο τη βαρβαρότητα αλλά ζωγραφίζει και στο πρόσωπο αυτού που πάει να την εκφράσει ένα μωρό με δυο κεφάλια παράγοντας μια πολιτική σχιζοφρένεια σε έναν εγκολπωμένο τερατογέννημαΑλιέντε και Πινοσέτ στο ίδιο πρόσωπο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.