Την προηγούμενη εβδομάδα γίναμε μάρτυρες του αδειάσματος δύο καταλήψεων στο κέντρο της Αθήνας. Η μία είναι η κατάληψη στέγης προσφύγων στην Αλκιβιάδου και η άλλη είναι ο κοινωνικός και πολιτικός χώρος Βίλα Ζωγράφου. Πολλοί αναρωτιούνται γιατί επέλεξε η κυβέρνηση να αδειάσει τους χώρους αυτούς. Η ερώτηση στην πραγματικότητα είναι η αντίστροφη: «Γιατί να μην το κάνει τώρα;». Πράγματι, η χρονική στιγμή θεωρήθηκε κατάλληλη για την επίθεση στους κοινωνικούς και πολιτικούς χώρους για δύο αλληλένδετους λόγους. Η κυβέρνηση φαίνεται ότι θέλει να παίξει τον ρόλο του εγγυητή μιας συνθήκης σταθερότητας, ομαλής λειτουργίας και υπευθυνότητας ακριβώς στην παρούσα φάση αδυναμίας του κινήματος να βρει βηματισμό και να σχεδιάσει με στόχο την κατοχύρωση μιας χάρτας διεκδικήσεων.
Γιατί όμως ανοίγει μια τόσο μεγάλη κουβέντα για τις καταλήψεις και ποια είναι τα χαρακτηριστικά και η βάση που φαίνεται να παίρνει αυτή;
Από τη μία μεριά, υπάρχει μια πραγματική ανάγκη του κόσμου να διαμορφώνει τον χώρο όπου ζει με συγκεκριμένο και διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, ανάλογα με τα δικά του ταυτοτικά στοιχεία αλλά και με βάση τις ανάγκες και το κενό που καλείται να καλύψει στο επίπεδο της καθημερινότητας. Και ήταν πολλοί οι λόγοι που οδήγησαν τους πολιτικούς χώρους με αναφορά στο κίνημα να προχωρήσουν σε καταλήψεις κτιρίων σε γειτονιές. Πρώτον, επιχείρησαν να καλύψουν το κενό ενός ζωντανού και συγκροτημένου πυρήνα πολιτικής οργάνωσης με αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά, που θα μπορεί να αναπτύσσει προωθητικές κινήσεις για τις διεκδικήσεις σε επίπεδο γειτονιάς και που θα έχει πρακτικές στο κοινωνικό επίπεδο (αντιφασισμός, προσφυγικό κ.ά.).
Παράλληλα, οι καταλήψεις ενισχύθηκαν ως τόποι συνάθροισης όπου θα μπορεί να «στεγαστεί» όλο εκείνο το δυναμικό που με έναν τρόπο επιλέγει να αντιληφθεί τον εαυτό του ως στοιχείο της συλλογικής σκέψης και πρακτικής αλλά δεν χωρά στη μία ή την άλλη οργανωμένη πολιτική συνιστώσα.
Ο επόμενος λόγος είναι πολύ πιο απλός και άμεσος. Είναι η ανάγκη του κόσμου του κινήματος να διαμορφώνει τον χώρο που ζει, αποδίδοντας τα δικά του στοιχεία «ομορφιάς». Άρα οι καταλήψεις δεν είναι χώροι που γενικά υπερασπιζόμαστε στο πλαίσιο αγώνων στο ιδεολογικό επίπεδο, αλλά χώροι που εκ των πραγμάτων καλύπτουν υλικές ανάγκες και εντάσσονται στο πλαίσιο σχεδιασμού της κοινωνίας με τον τρόπο που εμείς την οραματιζόμαστε.
Με αφορμή την κουβέντα που έχει αναπτυχθεί γύρω από το ζήτημα των καταλήψεων και κυρίως των καταλήψεων στέγης προσφύγων, αναδεικνύονται μια σειρά αρνητικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά που έχουν ενσωματωθεί από τον κόσμο του κινήματος και δυστυχώς αποτελούν πλέον συγκροτημένη τοποθέτηση εντός του. Αυτή η τοποθέτηση, σε μια πρώτη φάση, θεωρητικοποιεί ή απολογείται για διάφορες ελλείψεις ή ανεπάρκειες πρακτικών, και στη χειρότερη εκφορά της φτάνει μέχρι την «αριστερή» συνωμοσιολογία. Στην πραγματικότητα, τέτοιες αντιλήψεις, είτε εκφράζονται στο πλαίσιο χαλαρής κουβέντας είτε «κανονικού» πολιτικού λόγου, αποτελούν κατεξοχήν σχέδιο ήττας για το κίνημα αλληλεγγύης και τις πρακτικές του, ενώ ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά επικίνδυνες καθώς αναπαράγουν εντελώς τον κυρίαρχο λόγο και υποτιμούν τις πραγματικές δυνατότητες.
Από την άλλη, χρειάζεται να συμφωνήσουμε ότι ο πυρήνας της νεοφιλελεύθερης πολιτικής είναι η σταδιακή αποχώρηση του κράτους από το πεδίο της πρόνοιας και η ανάθεσή του σε οργανώσεις και ιδρύματα που «προσπαθούν» να καλύψουν τα κενά που δημιουργούνται. Πρόκειται ακριβώς για τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση που επιλέγεται σήμερα και στην περίπτωση του προσφυγικού ζητήματος στην Ελλάδα και αλλού. Έχει στηθεί με νομιμότατο τρόπο μια τεράστια επιχείρηση, με κύριο εκπρόσωπο ορισμένες ΜΚΟ και τη στήριξη των μηχανισμών της Ε.Ε., πάνω στις ζωές των προσφύγων. Στην πραγματικότητα, οι «οργανώσεις» αυτές λαμβάνουν χρήματα από την Ε.Ε., αναθέτουν σε ανθρώπους να επιβλέπουν και να επιβάλλουν μια ορισμένη κατάσταση διαβίωσης στα στρατόπεδα και τους καταυλισμούς, ενώ παράλληλα αναθέτουν σε άλλες ιδιωτικές εταιρείες να καλύπτουν, με αμφίβολο τρόπο, τις υλικοτεχνικές ανάγκες των προσφύγων και των στρατοπέδων. Αναγνωρίζουμε λοιπόν ότι από την υπόθεση του προσφυγικού υπάρχουν κάποιοι που κερδίζουν κρατικά και κοινοτικά χρήματα χωρίς να ασχολούνται καν με κάποιο αντικείμενο εργασίας, απλώς «μοιράζοντας» την πίτα του κέρδους από μια σειρά εργασιών που πρέπει να γίνουν· όπως υπάρχουν και αυτοί που γενικά περίμεναν να «ανοίξουν οι δουλειές» για να δώσουν στοκ από αποθηκευμένα ή και χαλασμένα προϊόντα.
Στο κίνημα λοιπόν τέθηκε το εξής απλό ερώτημα: Πρέπει να διεκδικούμε από την κυβέρνηση να εξασφαλίζει στους πρόσφυγες αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής εντός του αστικού ιστού; Φυσικά και πρέπει, και άλλωστε αυτός είναι και ο πυρήνας των διεκδικήσεων του κινήματος αλληλεγγύης στο προσφυγικό. Ξεκινώντας με αυτή την παραδοχή, ως κίνημα αλληλεγγύης θα πρέπει να ανοίγουμε κάθε συζήτηση και κριτική πάνω σε αυτή τη βάση.
Φυσικά οποιαδήποτε σκέψη και πρακτική από πλευράς κινήματος δεν γίνεται με τις πλάτες της κυβέρνησης. Συνεπώς είναι λογική συνεπαγωγή η επιλογή ορισμένων από εμάς να προχωρήσουμε σε καταλήψεις στέγης προσφύγων εντός του αστικού ιστού. Υπογραμμίζουμε εντός του αστικού ιστού, καθώς θέλουμε οι πρόσφυγες να είναι ορατοί στην ελληνική κοινωνία έτσι ώστε σταδιακά ο κόσμος αυτός να μπορέσει να ορίσει τη δική του ζωή και να γίνει κομμάτι της. Στις καταλήψεις αυτές οι πρόσφυγες μένουν σε δωμάτια και όχι στον δρόμο εκτεθειμένοι σε διάφορους κινδύνους, οι οποίοι μπορεί να ξεκινούν από τις καιρικές συνθήκες (θυμηθείτε τον πρόσφατο χιονιά στα στρατόπεδα) μέχρι τις επιθέσεις φασιστών. Οι πρώτες ύλες για τις καταλήψεις δεν εξασφαλίζονται από κρατικές χρηματοδοτήσεις αλλά από τον κόσμο της αλληλεγγύης.
Τα τρόφιμα, τα απορρυπαντικά, τα ρούχα και όλα τα άλλα απαραίτητα για την αξιοπρεπή ζωή ενός ανθρώπου παρέχονται από τον κόσμο του κινήματος. Ο κόσμος αυτός δεν κάνει φιλανθρωπία. Όπως ένα προηγούμενο διάστημα, από το κίνημα των Πλατειών και μετά, στήναμε στις γειτονιές δομές αλληλεγγύης οι οποίες με συλλογικό τρόπο κατάφερναν να δίνουν λύσεις στα προβλήματα της καθημερινότητας, έτσι και τώρα ο ίδιος κόσμος πηγαίνει καθημερινά και στηρίζει υλικά με τον τρόπο που μπορεί τους χώρους αυτούς. Οι ίδιοι οι πρόσφυγες είναι υπεύθυνοι για την οργάνωση, τη συντήρηση και την καθαριότητα των χώρων όπου ζουν.
Άλλωστε αν οι καταλήψεις στο κέντρο της Αθήνας όπως το City Plaza, η Αλκιβιάδου, η Νοταρά 26 δεν είναι μικρά πρώτα παραδείγματα οργάνωσης του λαού από τα κάτω στη σύγχρονη εποχή, τότε τι μπορεί να είναι; Υπάρχουν πολλά στοιχεία στα οποία μπορούμε να ασκήσουμε κριτική, αλλά αυτή είναι προωθητική μόνο αν γίνεται με ειλικρινή και συντροφικό τρόπο που σκοπό έχει να προωθηθεί «η αλλαγή της υπάρχουσας κατάστασης πραγμάτων», που έλεγε κι ο Μαρξ.
Η επιλογή πολιτικών χώρων οι οποίοι αναφέρονται και λογοδοτούν στην κοινωνία να προχωρήσουν σε καταλήψεις ιδιωτικών και δημόσιων χώρων ως μια πραγματική προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος είναι πάρα πολύ δύσκολη και επικίνδυνη, με διάφορα κόστη που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά. Για παράδειγμα, θεωρούμε αυτονόητο ότι δεν χρειάζεται να θυμίζουμε κάθε φορά πως η κατάληψη ιδιωτικού χώρου είναι πράξη που διώκεται ποινικά, άρα δεν αποτελεί ακριβώς τη «βασιλική οδό» για να οργανώσει κανείς μια επικερδή επιχείρηση (όπως λένε διάφοροι επικριτές). Δεν το αναφέρουμε αυτό για να δείξουμε «ότι κάναμε κάτι σωστά», αλλά ακριβώς γιατί στο ζύγι του προσωπικού κόστους και του τι θεωρούμε σωστό πολιτικά κερδίζει το δεύτερο διότι αντιλαμβανόμαστε την πολιτική ως την κινηματική επιλογή που προσφέρει στον λαό υλική προοπτική. Κάθε φορά που κάνουμε μια εύκολη ανάγνωση, να έχουμε στον νου μας ότι αντ’ αυτού χρειάζεται να κάνουμε μια δύσκολη κριτική που θα αποτυπώνεται σε δύσκολη πρακτική. Περάστε μια βόλτα από τις καταλήψεις αυτές, μιλήστε με τον κόσμο που ζει ή παρεμβαίνει εκεί, και την επόμενη φορά, από τον καφέ μας με φίλους μέχρι την πολιτική διαδικασία μας, ας σκεφτούμε κριτικά πώς θα κάνουμε τούτον τον κόσμο καλύτερο, μιας και αυτό θα πρέπει να είναι το πραγματικό μας κριτήριο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ