Το όνομα του Στήβεν Χώκινγκ (που πέθανε στις 14 Μαρτίου 2018, στα γενέθλια του Αϊνστάιν) είναι πολύ πιο γνωστό στο «ευρύτερο» κοινό παρά οποιουδήποτε άλλου πρόσφατου φυσικού. Είναι προφανές ότι ένας παράγοντας γι’ αυτή τη διασημότητα ήταν η πλάγια μυατροφική σκλήρυνση που τον ταλαιπώρησε στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και ο όντως αξιοθαύμαστος τρόπος που την αντιμετώπισε. Το «ευρύτερο» κοινό, όπως αυτό διαμορφώνεται από τα ΜΜΕ, είναι ιδιαίτερα ευεπίφορο σε στερεότυπα που αφορούν τόσο τους «τρελούς» ή «διαφορετικούς» επιστήμονες, όσο όμως και τις «ηρωικές» ιστορίες θάρρους και επιτυχίας ατόμων με αναπηρίες, ιστορίες που φέρνοντας στη δημοσιότητα την «επιτυχημένη» εξαίρεση, δρουν περισσότερο ως άλλοθι για τον κανόνα, την πλήρη πραγματική απουσία του κράτους πρόνοιας από τομείς όπου αυτό όφειλε να λειτουργεί. Είναι σημαντικό ότι ο ίδιος ο Χώκινγκ δεν σταμάτησε να τονίζει πλευρές αυτού του ζητήματος. Μόλις τον περασμένο Αύγουστο, σε άρθρο του ζητούσε να σταματήσουν οι πολιτικές καταστροφής του βρετανικού ΕΣΥ: «Η υποχρηματοδότηση και οι περικοπές, η ιδιωτικοποίηση, οι συμβάσεις με τους νέους γιατρούς» κ.λπ., κ.λπ. «Αν όλα αυτά ακούγονται πολιτικά», συνέχισε, «είναι επειδή το ΕΣΥ ήταν ανέκαθεν πολιτικό. Έτσι φτιάχτηκε, για να σιωπήσει η ισχυρή αντιπολίτευση [political opposition]». Ο υπουργός Υγείας μάλιστα τον κατηγόρησε, με το θράσος που φαίνεται ότι χαρακτηρίζει το πόστο αυτό και στη Μεγάλη Βρετανία και εδώ, για «διάδοση ολέθριων [pernicious] ψευδών». Ο Χώκινγκ ήρεμα εξήγησε ότι για έναν επιστήμονα το να διαλέγει ποια δεδομένα θα χρησιμοποιήσει («cherrypicking») προκειμένου να παρουσιάσει μια ευνοϊκότερη πλευρά της πραγματικότητας είναι απαράδεκτο.
Γενικά δεν είχε πρόβλημα να χρησιμοποιήσει το στάτους διασημότητας και της αναγνωρισιμότητας που απολάμβανε (δεν είναι πολλοί οι φυσικοί που μπορούν να δανείσουν τη –συνθετική– φωνή τους στους Simpsons, στο Star Trek και στο Big Bang Theory) για να πει τη γνώμη του παίρνοντας θέση. Στα νιάτα του είχε διαμαρτυρηθεί για το Βιετνάμ (αν και στη φωτό που κυκλοφορεί στα δίκτυα με τον Ταρίκ Άλι και τη Βανέσα Ρεντγκρέιβ δεν είναι ο ίδιος αλλά κάποιος που του μοιάζει), συμμετείχε από παλιά στο επιστημονικό μποϊκοτάζ του Ισραήλ υποστηρίζοντας τους Παλαιστίνιους και ήταν επικριτικός για τον Τραμπ. (Βέβαια ήταν και κατά του Brexit)
Ο Χώκινγκ, παρότι αναμφισβήτητα ήταν ένας από τους σημαντικότερους κοσμολόγους-αστροφυσικούς της γενιάς του, πάντως δεν ήταν ο γίγαντας εν μέσω νάνων που συνήθως (κάπως μελοδραματικά) παρουσιάζεται, αν και είναι ο μόνος από τους συναδέλφους του που είδε τόσο πολλά από τα φώτα της δημοσιότητας. Πράγματι είναι δύσκολο να βρούμε άλλους επιστήμονες που να είναι τόσο γνωστοί, και ειδικά από το επιστημονικό πεδίο με το οποίο ασχολήθηκε κατά τα γόνιμα χρόνια του ο Χώκινγκ, βασικά τη δεκαετία του ’70 και του ’80, πριν η εξέλιξη της ασθένειάς του –και τα ιατρικά λάθη που του κόστισαν τη φωνή– τον αναγκάσουν να μετατοπίσει σημαντικό τμήμα της δραστηριότητάς του στην εκλαΐκευση, με αξιοσημείωτη και εδώ επιτυχία.
Η φυσική κοσμολογία, το πεδίο με το οποίο σύνδεσε κυρίως ο Χώκινγκ το όνομά του, είναι ιστορικά ο τελευταίος τομέας της θεμελιώδους έρευνας (της αναζήτησης δηλαδή των πρώτων αρχών και όχι απλώς της εφαρμογής των φυσικών θεωριών σε νέες τεχνολογίες) που γνώρισε άνθιση και έφερε καινούργια αποτελέσματα στις φυσικές επιστήμες, κυρίως τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Έκτοτε δυστυχώς δεν υπάρχουν πραγματικά νέα αποτελέσματα, εφάμιλλα ή αντίστοιχα των αποτελεσμάτων που είχε φέρει στο φως η προπολεμική γενιά του Αϊνστάιν, ή η πρώτη μεταπολεμική γενιά φυσικών (η ίδια που έφτιαξε εξάλλου και την ατομική βόμβα). Έτσι ο Χώκινγκ είχε ιδιαίτερα σημαντική συνεισφορά σε ζητήματα που ακόμη σήμερα μπορούν να θεωρηθούν «της μόδας» ανάμεσα στους ειδικούς, αλλά από την άλλη μεριά, λόγω παντελούς έλλειψης εφαρμογών, είναι επίσης απομακρυσμένα από τις προσλαμβάνουσες του «ευρύτερου» κοινού.
Για παράδειγμα, ο Χώκινγκ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αποδοχή στις αρχές της δεκαετίας του ’70 από την επιστημονική κοινότητα της θεωρίας του Big Bang, αποδεικνύοντας με αυστηρά μαθηματικό τρόπο (μαζί με τον Πένροουζ) ότι το σύμπαν, κάτω από κάποιες γενικές παραδοχές, πρέπει να ξεκίνησε από μία «γυμνή μοναδικότητα» (singularity). Μάλιστα τα θεωρήματα για τις μοναδικότητες είναι θεμελιώδους σημασίας: Πριν από αυτές τις δημοσιεύσεις, οι φυσικοί πίστευαν ότι οι μαύρες τρύπες ήταν μάλλον μαθηματικές περιπλοκές της θεωρίας, περίεργα ζώα που δεν υπάρχουν στο σύμπαν. Αντίθετα, είπαν οι Πένροουζ-Χώκινγκ, οι μαύρες τρύπες όχι μόνο υπάρχουν, αλλά και είναι πολύ συνηθισμένες – αν μη τι άλλο κάθε γαλαξίας έχει μία στο κέντρο του.
Ήταν επίσης ένας από τους πρώτους φυσικούς που επιχείρησαν να εξηγήσουν τον κόσμο συνδέοντας τη γενική σχετικότητα του Αϊνστάιν με την κβαντομηχανική θεωρία. Έτσι εξήγαγε και το διάσημο αποτέλεσμα για την «ακτινοβολία των μελανών οπών», ένα θεωρητικό αποτέλεσμα που έχει μάλιστα το όνομά του, «ακτινοβολία Χώκινγκ». Το «παράδοξο απώλειας πληροφορίας» που ο ίδιος βρήκε ότι προκύπτει από το θεώρημα ακτινοβολίας είναι άλυτο μέχρι σήμερα. Σημαντικότερο από το τι ακριβώς λέει το παράδοξο αυτό είναι το γεγονός ότι αποτελεί απόδειξη για το γεγονός ότι οι τρέχουσες θεωρίες μας για τη φύση έχουν όρια πέρα από τα οποία καταρρέουν (ή ότι χρειαζόμαστε μια «κβαντική θεωρία βαρύτητας»).
Τα παραπάνω ακούγονται στον μέσο αναγνώστη στην καλύτερη περίπτωση ως διάλογος από σειρά επιστημονικής φαντασίας, στη χειρότερη αλαμπουρνέζικα. Έτσι εδώ φτάνουμε σε ένα παράδοξο: είναι ελάχιστοι, και έχουν σίγουρα εκπαίδευση ανώτατου επιπέδου στη φυσική και τα εφαρμοσμένα μαθηματικά, αυτοί που μπορούν να καταλάβουν τη σημασία των συνεισφορών του Χώκινγκ και ακόμα λιγότεροι αυτοί που μπορούν να τις εξηγήσουν. Το Χρονικό του χρόνου, το εκλαϊκευτικό βιβλίο που έγραψε ο ίδιος ο Χώκινγκ το 1988 για να εξηγήσει τη σύγχρονη φυσική και κοσμολογία στους μη ειδικούς, έσπασε κάθε ρεκόρ πουλώντας 10 εκατ. αντίτυπα μόνο στα αγγλικά και έχοντας μεταφραστεί σε 40 γλώσσες· παρ’ όλα αυτά, συνήθως αναφέρεται ως «το πιο δημοφιλές βιβλίο που δεν έχει διαβαστεί ποτέ». Με άλλα λόγια, όλοι ξέρουν το όνομά του, ελάχιστοι μπορούν να πουν τι περίπου έκανε.
Αλλά αυτό δεν είναι δικό του λάθος. Ίσως (αλλά αυτό είναι πολύ μεγάλη κουβέντα) να ευθύνεται σε ένα βαθμό ο τρόπος που συνδέονται στον σύγχρονο καπιταλισμό η έρευνα και η πρόοδος των επιστημών με το κέρδος. Η θεμελιώδης φυσική ήταν σημαντική όσο ακόμη μπορούσε να υπόσχεται γρήγορες προόδους σε τομείς κερδοφορίας ή στρατηγικής υπεροχής (όπως στα πυρηνικά). Η αδυναμία της τα τελευταία 30 με 40 χρόνια περίπου να αποδείξει ότι έχει ακόμη τέτοιες δυνατότητες, ότι είναι ικανή να ανακαλύπτει μορφές κίνησης της ύλης που να μπορούν κάποια στιγμή να περάσουν στην παραγωγή, έχει φέρει και τη σημαντική μείωση των χρηματοδοτήσεων: κανείς δεν θα δώσει δισεκατομμύρια για να εξετάσουμε λ.χ. τη δομή του χωρόχρονου ή την ακριβή προέλευση του σύμπαντος, φιλοσοφικά δηλαδή μάλλον παρά τεχνολογικά ερωτήματα.
Έτσι, και υπερβάλλοντας λίγο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι έρευνες στη φυσική, χωρίς τα μεγάλα και πολύ ακριβά πειράματα που της είναι αναγκαία, περιορίζονται όλο και περισσότερο σε θεωρητικά ερωτήματα, σε τεχνικά δύσκολες (αλλά μάλλον ανούσιες) ασκήσεις επί χάρτου για λ.χ. παράλληλες διαστάσεις, πολυσύμπαντα (multiverse), και διάφορα άλλα που δεν απέχουν πολύ από θεολογικές συζητήσεις για το φύλο των αγγέλων ή για το είδος της επιστημονικής φαντασίας που συναντά κανείς στο κόμιξ, αδιαφορώντας όλο και πιο πολύ για την πραγματικότητα. Ή, χρησιμοποιώντας την –οπωσδήποτε ανεπαρκή– κατηγοριοποίηση του Κουν, η φυσική αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο σημείο κρίσης του μοντέλου, λίγο πριν από την επανάσταση και την αλλαγή παραδείγματος.
(Ίσως να είναι ή να μην είναι εντελώς άσχετο με τα παραπάνω το γεγονός ότι οι θεωρίες που προτείνονται τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο και του εχμ... «χιούμορ» για το οποίο είναι γνωστοί οι φυσικοί, έχουν όλο και πιο κρυπτικά και απομακρυσμένα από την περιγραφή των φαινομένων ονόματα: ο Χώκινγκ π.χ. είχε βοηθήσει με τη δουλειά του να γίνει γενικά αποδεκτή η πρόταση πως «οι “μαλλιαρές” μαύρες τρύπες μπορούν να θεωρηθούν “δέσμιες” καταστάσεις άτριχων μαύρων τρυπών και σολιτονίων». Για το τι ακριβώς σημαίνει το παραπάνω, το μόνο που μπορούμε να πούμε εδώ είναι ότι το σολιτόνιο δεν είναι ένα νέο είδος μαστιγίου κατάλληλου για S/M περιπέτειες.)
Ο Χώκινγκ επομένως δεν ήταν κάποιος θεός της φυσικής, ένας γίγαντας που δουλεύοντας μόνος του, χωρίς βοήθεια, άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε το σύμπαν. Εξάλλου η εποχή των Φάουστ των εργαστηρίων, των σκοτεινών εκείνων ιδιοφυϊών που κατασκευάζουν θεωρίες και αποκαλύπτουν τα μυστικά του σύμπαντος σε μυστήρια υπόγεια μακριά από άλλους ανθρώπους έχει προ πολλού παρέλθει – ας αφήσουμε που ποτέ δεν υπήρξε τέτοια εποχή, έτσι κι αλλιώς. Επιπλέον είχε και αυτός τις αδυναμίες του, όπως λ.χ. την αφελή απόρριψη της φιλοσοφίας και τον ακραίο, αμόρφωτο επιστημονισμό που χαρακτηρίζει πολλούς από τους επιστήμονες της γενιάς του. Το 2011 είπε: «Η φιλοσοφία πέθανε. […] οι επιστήμονες έιναι πλέον οι φορείς της δάδας της ανακάλυψης στην αναζήτησή μας για γνώση». Βέβαια είπε επίσης και κάτι που στη φιλοσοφική του αφέλεια έχει εντούτοις έναν πυρήνα αλήθειας: Είπε δηλαδή πως τα φιλοσοφικά προβλήματα [διάβαζε: μερικά φιλοσοφικά προβλήματα] μπορούν να απαντηθούν από «τις νέες επιστημονικές θεωρίες που μας οδηγούν σε μια νέα και πολύ διαφορετική εικόνα του σύμπαντος και της θέσης μας σε αυτό».
Και η τελευταία μεγάλη του συνεισφορά, η κυματοσυνάρτηση του σύμπαντος (τη δεκαετία του ’80, μαζί με τον Τζέιμς Χαρτλ) είναι μια συναρπαστική επιστημονική προσπάθεια με φιλοσοφικές-οντολογικές προεκτάσεις, προσπάθεια να εξηγηθεί το Big Bang με έναν τρόπο που να μη χωράει μεταφυσικές ερμηνείες. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή τη θεωρία, που η ώρα της ίσως να μην έχει έρθει ακόμη, στην πραγματικότητα δεν υπήρξε Big Bang αλλά μια κατάσταση κυριολεκτικά χωρίς χρόνο. Το σύμπαν δεν έχει αρχή, κι ωστόσο είναι δυναμικό και όχι στατικό. (Περισσότερα και καλύτερα γραμμένα, αν και στα αγγλικά, εδώ)
Ένας ικανότατος φυσικός, κάποιος που κατάφερε να κάνει την αδυναμία του δύναμη, προσπαθώντας να κατανοήσει αυτό που συχνά το λέμε «τα μυστήρια του σύμπαντος», έβαλε ένα λιθαράκι (ή ίσως μια κοτρόνα) στο επιστημονικό οικοδόμημα. Αλλά αυτό χωρίς να ξεχάσει ότι το να προσπαθείς να εξηγήσεις το άπειρα μεγάλο και μακρινό δεν δικαιολογεί την αποχή από το κοντινό και το μικρό, το ανθρώπινο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ