ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Επιστημολογία και Ιστορία των Επιστημών

Επιστημολογία και Ιστορία των Επιστημών


Με το σημείωμα που ακολουθεί, ο Αλτουσέρ παρουσίαζε τον Φεβρουάριο του 1964 το κείμενο του Πιερ Μασερέ «Η φιλοσοφία της επιστήμης του Ζορζ Κανγκιλέμ, Επιστημολογία και Ιστορία των Επιστημών». Πρόκειται για το πρώτο κείμενο που επιχείρησε να καταγράψει την καθοριστική συμβολή του Κανγκιλέμ, ενός από τους σημαντικότερους στοχαστές του 20ου αιώνα, στην επιστημολογία και την ιστορία των επιστημών.

Το άρθρο που πρόκειται να διαβάσουμε προσφέρει, για πρώτη φορά, μια συστηματική ματιά στις εργασίες του Ζορζ Κανγκιλέμ. Το όνομα αυτού του φιλοσόφου και ιστορικού των Επιστημών, Διευθυντή του Ινστιτούτου της Ιστορίας των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, είναι πολύ γνωστό σε όσους, στη φιλοσοφία και τις επιστήμες, ενδιαφέρονται για τις νέες έρευνες στην Επιστημολογία και την Ιστορία των Επιστημών. Το όνομα και το έργο του θα γίνουν σύντομα πολύ περισσότερο γνωστά. Δικαίως η επιθεώρηση που ίδρυσε ο Λανζεβέν φιλοξενεί την πρώτη εμπεριστατωμένη μελέτη που του αφιερώνεται στη Γαλλία. 

Επιστημολογία (ή φιλοσοφία των επιστημών), Ιστορία των Επιστημών. Δεν πρόκειται για νέους κλάδους. Γιατί λοιπόν να μιλήσουμε για νέες έρευνες, και τι είδους ριζική καινοτομία να αναμένουμε από έναν τύπο στοχασμού που έχει ήδη ένα μακρύ παρελθόν και ένα σημαντικό αριθμό εργασιών στο ενεργητικό του; Κάθε επιστήμονας δεν ενδιαφέρεται άραγε, εφόσον έχει λίγη περιέργεια, για την ιστορία της επιστήμης του, κάθε επιστήμονας δεν θέτει, έστω και με απλή μορφή, ορισμένα θεμελιώδη ερωτήματα για τον λόγο ύπαρξης των προβλημάτων, των εννοιών, των μεθόδων της επιστήμης του, ορισμένα φιλοσοφικά (επιστημολογικά) ερωτήματα για την ίδια του την επιστήμη; Δεν υπάρχουν εξαιρετικές, εμβριθείς εργασίες για την ιστορία κάθε επιστήμης; Λόγου χάρη, οι μαθηματικοί που υπογράφουν με το όνομα Μπουρμπακί το σπουδαιότερο μαθηματικό έργο της τελευταίας εικοσαετίας, δεν φρόντισαν να παρουσιάζουν, σε όλες τις εργασίες τους, ένα ιστορικό σημείωμα πριν την πραγμάτευση όλων των προβλημάτων; Όσο για τη φιλοσοφία των επιστημών, φτάνει μέχρι τις απαρχές της φιλοσοφίας: από τον Πλάτωνα στον Χούσσερλ και τον Λένιν (Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός), περνώντας από την καρτεσιανή φιλοσοφία, την ορθολογιστική φιλοσοφία του 18ου αιώνα, τον Καντ και τον Χέγκελ, τον Μαρξ, η φιλοσοφία των επιστημών είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα απλό μέρος της φιλοσοφίας: είναι το ουσιώδες μέρος της, στον βαθμό που, τουλάχιστον από τον Ντεκάρτ και μετά, η επιστήμη, οι υπάρχουσες επιστήμες (τα μαθηματικά με τον Ντεκάρτ, η φυσική τον 18ο αιώνα, η βιολογία και η ιστορία τον 19ο αιώνα, έκτοτε τα μαθηματικά, η φυσική, η μαθηματική λογική και η ιστορία), χρησιμεύουν ως οδηγός και μοντέλο για κάθε φιλοσοφικό στοχασμό. Η μαρξιστική-λενινιστική φιλοσοφία συγκέντρωσε το καλύτερο μέρος αυτής της κληρονομιάς: χρειάζεται μια θεωρία της ιστορίας των επιστημών και μια επιστημολογία που παραπέμπουν η μία στην άλλη στο πλαίσιο μιας βαθιάς ενότητας.

Αυτή ακριβώς η ενότητα συνιστά σήμερα πρόβλημα και δυσκολία. Ελάχιστες εργασίες παρουσιάζουν μια τέτοια ενότητα, είτε από την ιστορία των επιστημών είτε από την επιστημολογία. Συνήθως, ο «ιστορικός» αφηγείται την «ιστορία» μιας επιστήμης, διηγούμενος τη διαδοχή των ανακαλύψεων, και στην καλύτερη περίπτωση των θεωριών, για να δείξει την πρόοδό τους και για να καταστήσει εμφανή τον τρόπο με τον οποίο απαντά κάθε θεωρία στα άλυτα προβλήματα της προηγούμενης θεωρίας κλπ. Ως εκ τούτου, η πρόοδος ή η «Ιστορία» μιας επιστήμης εξαρτάται είτε από το τυχαίο των ανακαλύψεων, είτε από την αναγκαιότητα να απαντηθούν τα ερωτήματα που έχουν μείνει προηγουμένως αναπάντητα. Οι ιστορικοί των επιστημών δείχνουν έτσι ότι έχουν διαμορφώσει για την Ιστορία στην οποία αναφέρονται μια ορισμένη ιδέα (σπανίως διατυπωμένη, αλλά πραγματική) που είναι: είτε η ιδέα μιας ενδεχομενικής Ιστορίας (μια διαδοχή από ιδιοφυή απρόοπτα: οι ανακαλύψεις), είτε η ιδέα μιας λογικής Ιστορίας, η οποία κινείται δηλαδή από τη λογική που θέλει κάθε επιστήμη να προοδεύει απαντώντας στα ερωτήματα που άφησε αναπάντητα η προηγούμενη κατάσταση της επιστήμης (θαρρείς και η πραγματική πρόοδος μιας επιστήμης δεν προκύπτει συχνότατα από την απόρριψη των εκκρεμών ερωτημάτων και από τη διατύπωση εντελώς διαφορετικών ερωτημάτων). Οι δύο αυτές αντιλήψεις για την ιστορία (η ενδεχομενική και η λογική) είναι ιδεαλιστικές. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτών των αντιλήψεων, που εξακολουθούν να είναι σήμερα ευρέως αποδεκτές, τα συναντούμε στον 18ο αιώνα, στους Εγκυκλοπαιδιστές, στον ντ’ Αλαμπέρ, τον Ντιντερό, τον Κοντορσέ και τους οπαδούς τους.

Ουσιαστικά, οι πιο διαδεδομένες ιστορίες των επιστημών δεν είναι, τις περισσότερες φορές, παρά απλά επιστημονικά χρονικά, ή αντιθέτως (ιδεαλιστικές) φιλοσοφίες της Ιστορίας, που αναζητούν στην ανάπτυξη των επιστημών στοιχεία για να δικαιολογήσουν, με το «παράδειγμά» τους, τις ιδεολογικές «αξίες» που κομίζουν αυτές οι φιλοσοφίες. Πολύ συχνά, κατά τον ίδιο τρόπο, το εξαιρετικά μεγάλο μέρος που αφιερώνει η φιλοσοφία στις επιστήμες, ένα μέρος ουσιαστικό για όλη την κριτική (ιδεαλιστική) ορθολογιστική φιλοσοφία, από τον Ντεκάρτ και εφεξής, είναι απλώς η δικαιολόγηση, με βάση το παράδειγμα της δομής και των προβλημάτων μιας επιστήμης, των ιδεολογικών θέσεων που υπερασπίζεται και υποστηρίζει κάθε ιδεαλιστική φιλοσοφία.

Εδώ και κάποια χρόνια, υπό την επίδραση μιας συγκεκριμένης θεωρητικής συγκυρίας (συνάντηση των θεωρητικών ερωτημάτων που τίθενται από πραγματικά επιστημονικά προβλήματα και από διαφορετικές αλλά σχετικά συγκλίνουσες προβληματικές: αυτές των Μαρξ-Λένιν, του Χούσσερλ, του Χέγκελ, και δη -παραδόξως αλλά πραγματικά για όποιον γνωρίζει αυτές τις «πανουργίες» της ιστορίας- του Νίτσε, χωρίς να ξεχνάμε ό,τι έγκυρο προέρχεται σήμερα από το γλωσσολογικό μοντέλο), τίθεται σε αμφισβήτηση η παλαιά αντίληψη τόσο για την ιστορία των επιστημών όσο και για τη φιλοσοφία των επιστημών (Επιστημολογία). Νέοι δρόμοι έχουν ανοιχτεί, στην επιστημολογία από τον Καβαγιές, τον Μπασελάρ και τον Βιγεμέν, και στην Ιστορία των Επιστημών από τον Κανγκιλέμ και τον Φουκώ.

Η πρώτη καινοτομία αυτών των ερευνών σχετίζεται με μια στοιχειώδη απαίτηση, η οποία ωστόσο παραμελούταν μέχρι τότε πολύ συχνά: τον λεπτομερή σεβασμό στην πραγματικότητα μιας πραγματικής επιστήμης. Οι νέοι επιστημολόγοι μοιάζουν με τους εθνολόγους που πηγαίνουν «επί τόπου»: πηγαίνουν να δουν από κοντά την επιστήμη, και δεν δέχονται να μιλήσουν γι’ αυτό που αγνοούν, ή γι’ αυτό που γνωρίζουν μόνο από δεύτερο ή τρίτο χέρι (όπως δυστυχώς έκανε ο Μπρουνσβίκ) ή το παρατηρούν απ’ έξω, δηλαδή από μακριά. Αυτή η απλή απαίτηση για τιμιότητα και επιστημονική γνώση σε σχέση με την πραγματικότητα για την οποία γίνεται λόγος, κλόνισε τα προβλήματα της κλασικής επιστημολογίας. Οι σύγχρονοι επιστημολόγοι ανακάλυψαν απλούστατα ότι τα πράγματα στην επιστήμη δεν συμβαίνουν όπως πίστευε ο κόσμος, και κυρίως όπως πίστευαν πολλοί φιλόσοφοι.

Η δεύτερη καινοτομία αυτών των ερευνών σχετίζεται με μια άλλη στοιχειώδη απαίτηση: ότι δεν δικαιούται κανείς να εκλαμβάνει ένα απλό χρονικό ή μια φιλοσοφία της ιστορίας (δηλαδή μια ιδεολογική αντίληψη για την ιστορία, για την πρόοδο της ιστορίας, του Λόγου κλπ) ως την Ιστορία. Εδώ επίσης, οι νέοι ιστορικοί της ιστορίας πήγαν επί τόπου. Μελέτησαν λεπτομερώς, χάρη σε μια τεράστια ερευνητική εργασία (γιατί έπρεπε να χρησιμοποιήσουν κυριολεκτικά άγνωστα ντοκουμέντα, εκείνα που οι προκάτοχοί τους είχαν αρνηθεί να χρησιμοποιήσουν, επειδή δεν βοηθούσαν στις αποδείξεις τους..., εκείνα που είχαν καταχωνιαστεί στην επίσημη λήθη, επειδή έρχονταν σε αντίθεση με τις επίσημες αλήθειες), την ίδια την πραγματικότητα της πραγματικής ιστορίας. Και αυτοί, επίσης, ανακάλυψαν ότι στην ιστορία τα πράγματα δεν συνέβαιναν όπως πίστευε ο κόσμος. Ο Μαρξ είχε γνωρίσει, στην εποχή του, την ίδια εμπειρία σε σχέση με αυτό που όλος ο κόσμος θεωρούσε εντούτοις το πιο «επιστημονικό» κομμάτι της ιστορίας, την αγγλική πολιτική οικονομία, και ασφαλώς σε σχέση με τις ιδεολογικές αντιλήψεις για την Ιστορία, την «κινητήρια δύναμη» της ιστορίας, τους αμοιβαίους ρόλους της οικονομίας, της πολιτικής και των ιδεών. Οι νέοι ιστορικοί των επιστημών, που κάθε άλλο παρά μαρξιστές δηλώνουν πολλές φορές (ο Κανγκιλέμ γνωρίζει πολύ καλά τον Μαρξ, αλλά επικαλείται στις εργασίες του άλλους δασκάλους, από τον Κοντ στον Καβαγιές και τον Μπασελάρ) γνώρισαν, κατά την ερευνητική εργασία τους, την ίδια εμπειρία. Αρχίζουν να μας παρουσιάζουν τα αποτελέσματά της.

Πρόκειται για σημαντικά αποτελέσματα: τα οποία έχουν ήδη αρχίσει, πολύ απλά, να κλονίζουν τις παλαιές παραδοσιακές, εμπειριστικές, θετικιστικές, ιδεαλιστικές αντιλήψεις της επιστημολογίας και της Ιστορίας.

Πρώτο αποτέλεσμα: η διάκριση της πραγματικότητας της πραγματικής επιστημονικής εργασίας από την αυθορμήτως «θετικιστική» ερμηνεία της (πρέπει να κατανοήσουμε τον όρο «θετικιστική» με την ιδεολογική του έννοια, που διαφέρει αρκετά από τον όρο θετικισμός που χρησιμοποίησε ο Κοντ για να ονομάσει τη δική ιδεαλιστική αντίληψη για την ανθρώπινη ιστορία και την ιστορία των επιστημών). Η επιστήμη δεν εμφανίζεται πλέον ως η απλή διαπίστωση μιας αλήθειας, γυμνής και δεδομένης, την οποία θα μπορούσαμε να βρούμε ή να αποκαλύψουμε, αλλά ως η παραγωγή (η οποία έχει μια ιστορία) γνώσεων, μια παραγωγή που κυριαρχείται από σύνθετα στοιχεία, όπως οι θεωρίες, οι έννοιες, οι μέθοδοι, και οι πολλαπλές εσωτερικές σχέσεις, που συνδέουν οργανικά αυτά τα διαφορετικά στοιχεία. Η γνώση της πραγματικής εργασίας μιας επιστήμης προϋποθέτει τη γνώση όλου αυτού του σύνθετου οργανικού συνόλου.

Δεύτερο αποτέλεσμα: αυτή η γνώση προϋποθέτει μια άλλη γνώση, τη γνώση του πραγματικού γίγνεσθαι, της ιστορίας αυτού του οργανικού συνόλου θεωριών-εννοιών-μεθόδων, και των αποτελεσμάτων του (πορίσματα, επιστημονικές ανακαλύψεις) που ενσωματώνονται σταδιακά στο σύνολο, τροποποιώντας τη μορφή ή τη δομή του. Έτσι η ιστορία, η πραγματική ιστορία των επιστημών, παρουσιάζεται άρρηκτα δεμένη με κάθε επιστημολογία, ως ουσιώδης προϋπόθεσή της. Αλλά η ιστορία που ανακαλύπτουν αυτοί οι ερευνητές είναι επίσης μια νέα ιστορία, που δεν μοιάζει πλέον με τις προηγούμενες ιδεαλιστικές φιλοσοφίες της ιστορίας, και η οποία εγκαταλείπει πρωτίστως το παλαιό ιδεαλιστικό σχήμα μιας συνεχούς μηχανικής (συσσωρευτικής: ντ’ Αλαμπέρ, Ντιντερό, Κοντορσέ κ.α.) ή διαλεκτικής (Χέγκελ, Χούσσερλ, Μπρουνσβίκ) προόδου, χωρίς ρήξεις, χωρίς παράδοξα, χωρίς υποχωρήσεις, χωρίς άλματα. Μια νέα ιστορία εμφανίζεται: η ιστορία του γίγνεσθαι του επιστημονικού Λογού, απαλλαγμένη όμως από εκείνη την ιδεαλιστική καθησυχαστική απλούστευση που θεωρούσε ότι όπως δεν χάνεται καμία αγαθοεργία αλλά πάντα ανταμείβεται, έτσι και κανένα επιστημονικό ερώτημα δεν μένει αναπάντητο αλλά λαμβάνει πάντοτε την απάντησή του. Η πραγματικότητα έχει κάπως μεγαλύτερη φαντασία: υπάρχουν ερωτήσεις που δεν θα πάρουν ποτέ απάντηση γιατί είναι φανταστικές ερωτήσεις, που δεν αντιστοιχούν σε πραγματικά προβλήματα, και υπάρχουν επίσης φανταστικές απαντήσεις που αφήνουν αναπάντητο το πραγματικό πρόβλημα το οποίο παρακάμπτουν. Υπάρχουν επιστήμες που δηλώνουν επιστήμες και οι οποίες δεν είναι παρά η επιστημονίστικη απάτη μιας κοινωνικής ιδεολογίας, και υπάρχουν επίσης μη επιστημονικές ιδεολογίες που, μέσα από παράδοξες συναντήσεις, γεννούν πραγματικές ανακαλύψεις, όπως βλέπουμε τη φωτιά να αναπηδά από την κρούση δύο ξένων σωμάτων. Ολόκληρη η σύνθετη πραγματικότητα της ιστορίας, με όλους τους καθορισμούς της (οικονομικούς, κοινωνικούς, ιδεολογικούς), εμπλέκεται επομένως στην κατανόηση της επιστημονικής ιστορίας. Το έργο του Μπασελάρ, του Κανγκιλέμ και του Φουκώ προσφέρει την απόδειξη.

Το μεγαλύτερο λάθος που μπορούμε να διαπράξουμε μπροστά σε αυτά τα ενίοτε απροσδόκητα αποτελέσματα (ο Κανγκιλέμ απέδειξε λόγου χάρη ότι η θεωρία του αντανακλαστικού γεννήθηκε ιστορικά στους κόλπους της βιταλιστικής ιδεολογίας, και όχι, όπως πίστευε όλος ο κόσμος, για τις ανάγκες της -καλής;- υπόθεσης, στους κόλπους της μηχανοκρατικής ιδεολογίας του 17ου αιώνα) θα ήταν να πιστέψουμε ότι μας ωθούν σε μια παραλλαγή ανορθολογισμού. Θα επρόκειτο για σφάλμα από επιπόλαιη κρίση, με βαριές όμως συνέπειες. Στην πραγματικότητα, αυτή η νέα επιστημολογία και η νέα ιστορία των επιστημών στην οποία βασίζεται, αποτελούν την επιστημονική μορφή μιας πραγματικά ορθολογικής αντίληψης του αντικειμένου τους. Ότι ο ορθολογισμός ήταν ιδεαλιστικός, και ότι μπορεί κι αυτός επίσης να γνωρίσει, στον παλαιό προνομιακό τομέα του, μια αλλαγή που τον φέρνει στις παρυφές του υλισμού και της διαλεκτικής, αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει έκπληξη στον μαρξισμό ή να τον ανησυχήσει. Ο Λένιν το είχε αναγγείλει πριν μισό αιώνα, σε κείμενα που βρίσκονται στα χείλη όλων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.