Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με ειδήσεις – ανακοινώσεις σχετικά με ενισχύσεις της Ε.Ε. που στόχο έχουν τη χρηματοδότηση έργων με σκοπό τη σύγκλιση των οικονομιών των χωρών – μελών της, ενώ έχει καταντήσει καραμέλα στο στόμα κάθε λογής πολιτικού, δημοσιογράφου, τοπικού παράγοντα και αγροτοσυνδικαλιστή ή εργατοπατέρα (δυστυχώς) ότι τα περιβόητα κοινοτικά κονδύλια είναι παρόντα για να δίνουν λύσεις πάντα & παντού, και ότι καλό έχει συμβεί στη χώρα τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε αυτά άρα και στην ένταξή μας στην Ε.Ε., και τι θα κάναμε εάν δεν υπήρχαν και πόσο οι αναπτυξιακοί ρυθμοί μας θα ήταν μειωμένοι.
Στόχος του άρθρου αυτού είναι η απόδειξη των πραγματικών μεγεθών που αφορούν τις εισροές πόρων από την Ε.Ε., που τελικά δεν αποτελούν το γιατρικό για πάσα νόσο όπως ισχυρίζονται οι απολογητές της Ε.Ε., αλλά αποτελούν βασικό μοχλό της αναδιάρθρωσης αλλά και γιατί αποτελούν έναν ακόμα τρόπο μεταφοράς εισοδημάτων από την εργασία προς το κεφάλαιο.
Κατ’ αρχήν θα πρέπει να είναι σαφές, ότι είναι λάθος αυτό που αναφέρεται ότι η Ε.Ε. δίνει απευθείας κονδύλια για έργα υποδομής (οδικοί άξονες, λιμάνια, κλπ.), αγροτικές επιδοτήσεις, αναπλάσεις, ερευνητικά προγράμματα, επενδύσεις και όλα τα ‘’λαμπρά και σπουδαία’’ που διατυμπανίζονται από όλες τις πλευρές. Όλα αυτά χρηματοδοτούνται μέσω των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης (ΚΠΣ), που όπως θα δούμε παρακάτω υπάρχει και Εθνική Συμμετοχή στο σκέλος της Δημόσιας Δαπάνης (και Ιδιωτική Συμμετοχή).
Με το Γ' ΚΠΣ να βρίσκεται στο τέλος του και ενώ υποτίθεται ότι έχει ξεκινήσει το ΕΣΠΑ (με άλλη διατύπωση το 4ο ΚΠΣ), ολοκληρώνεται μια 30ετία μεταφοράς πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ελλάδα, που σύμφωνα με την εύγλωττη διατύπωση του άρθρου 2 της Συνθήκης του Άμστερνταμ και τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς διαρθρωτικούς κανονισμούς, ‘’προγραμματίζεται μια διαρθρωτική παρέμβαση που αποβλέπει στη βαθύτερη ενσωμάτωση, οικονομική, κοινωνική, εκπαιδευτική, πολιτιστική στην ευρωενωσιακή διαδικασία’’. Σε αυτό το σημείο, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη βασική θέση ότι το κεφάλαιο δεν είναι χρήμα, είναι κοινωνική σχέση (χρήμα είναι η νομική έκφραση του κεφαλαίου). Έτσι όταν λέμε ότι εισρέουν πόροι από την Ε.Ε., είναι προφανές ότι ‘’εξάγονται συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις’’, με άλλα λόγια προωθείται η αναδιάρθρωση του ελληνικού καπιταλισμού και η τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης μεταξύ κεφαλαίου – εργασίας, σε βάρος βέβαια της εργασίας. Ας δούμε ορισμένες παραμέτρους πιο αναλυτικά:
1. Για την καλύτερη διαπραγμάτευση του ύψους των ΚΠΣ που εγκρίνονται κάθε φορά, ρόλο παίζουν και τα ‘’επιτεύγματα’’ της ελληνικής οικονομίας (ρυθμοί ανάπτυξης, μείωση ελλειμμάτων, προσαρμογή νομοθεσίας). Τα προηγούμενα είχαν σαν προαπαιτούμενα τη λιτότητα, την ευελιξία, τις περικοπές κοινωνικών δαπανών, δηλαδή μείωση της αμοιβής και του εισοδήματος των εργαζομένων, άρα υψηλότερη κερδοφορία για το κεφάλαιο (άρα και για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο που επενδύει στην Ελλάδα – δηλαδή είναι τρόπος για να τα παίρνουν πίσω).
2. Οι πόροι κάθε ΚΠΣ είναι εργαλείο για την αναδιάρθρωση και την απελευθέρωση των αγορών. Αποτελούν σε κοινοτικό και εθνικό-κρατικό επίπεδο, συγκέντρωση της υπεραξίας των εργαζομένων, δηλαδή κεφάλαιο που χρησιμοποιείται με βάση κεντρικό σχεδιασμό - εθνικό κρατικό με κοινοτική έγκριση (οι ελληνικές κυβερνήσεις εντάσσουν τα ΠΔΕ στα ΚΠΣ και περιορίζουν στο ελάχιστο τις εκτός ΚΠΣ δημόσιες επενδύσεις όπου υπάρχει μεγαλύτερη πίεση από πλευράς λαϊκών στρωμάτων) - για την αναδιάρθρωση του κεφαλαίου στα πλαίσια όχι μόνο της εθνικής αλλά και της ενιαίας Ευρωπαϊκής αγοράς. Επίσης, μέσω των πόρων αυτών, η ελληνική αστική τάξη επιχειρεί να επιτύχει την αύξηση της κεφαλαιοποίησής της και τη βελτίωση των υποδομών για την εξαγωγή κεφαλαίων και εμπορευμάτων στη βαλκανική αγορά, στην Παρευξείνια ζώνη και στην Τουρκία. Με τα έργα υποδομής (μεταφορών, τηλεπικοινωνιών κλπ.) διευκολύνεται η απελευθέρωση των αγορών. Οι άξονες των ΚΠΣ εξυπηρετούν έναν ορισμένο τεχνολογικό εκσυγχρονισμό στα πλαίσια της ενιαίας αγοράς, ώστε σταδιακά να βαθαίνει η ενοποίησή της, πχ, ο ηλεκτρονικός εκσυγχρονισμός των κεφαλαιαγορών (διασύνδεση χρηματιστηρίων), γενικότερα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, υποδομή διαμόρφωσης της χονδρικής ηλεκτρονικής αγοράς, ιδιαίτερα σε σημαντικούς κλάδους της μεταποίησης, ώστε να περιορίζεται το κόστος προμηθειών και να αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα του Ευρωπαϊκού Κεφαλαίου έναντι εκείνων των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας. Στον πρωτογενή τομέα, σχετικά είναι τα κίνητρα εγκατάλειψης της γεωργίας - αλιείας από μικρομεσαίους και άρα η συγκεντροποίηση μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας.
3. Στην υλοποίηση κάθε φορά του σχεδιασμού των ΚΠΣ, δίνονται κίνητρα συμμετοχής του ιδιωτικού κεφαλαίου στα σχεδιασμένα έργα (με συγχρηματοδότηση ή «αυτοχρηματοδότηση», με συμβάσεις που εξασφαλίζουν μακροχρόνια εκμετάλλευση του έργου και μεγάλη κερδοφορία). Σχετικό είναι εδώ το θέμα των ΣΔΙΤ - έχει γίνει αναφορά σε παλαιότερα τεύχη.
4. Τα κοινοτικά κονδύλια χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό ως μηχανισμός ενεργητικής ενσωμάτωσης λαϊκών στρωμάτων (σε μεγάλο βαθμό αγροτικών) και κτισίματος κοινωνικών συμμαχιών. Γύρω από τα έργα του ΥΠΕΧΩΔΕ διαμορφώθηκε ένα ευρύτατο δίκτυο συμφερόντων μικρότερων και μεγαλύτερων κατασκευαστικών εταιριών, ακόμη και ελεύθερων επαγγελματιών. Το ίδιο συμβαίνει και με μια σειρά μικροαστικών στρωμάτων που κινούνται στο χώρο των μελετών και της συμβουλευτικής. Τέλος, σημαντικό τμήμα κονδυλίων χρησιμοποιήθηκε σε προγράμματα ενημερωτικά, εκπαιδευτικά, και άλλα, που είχαν στόχο την αναπαραγωγή της άποψης περί της αναγκαιότητας της Ε.Ε.
5. Απευθείας μεταφορά πόρων στο κεφάλαιο μέσω των Κρατικών Ενισχύσεων. Ειδική αναφορά γίνεται στο τέλος του παρόντος άρθρου.
Ας δούμε όμως ορισμένα νούμερα …… και ας κάνουμε μερικές απλές αριθμητικές πράξεις.
Στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσουμε τον περιληπτικό χρηματοδοτικό πίνακα του Γ ΚΠΣ (το οποίο βρίσκεται σε διαδικασία ολοκλήρωσης), για να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα σε σχέση με το μέγεθος των διαβόητων κοινοτικών κονδυλίων (με την έννοια ότι λίγο πολύ κάπως έτσι κινήθηκαν και τα προηγούμενα ΚΠΣ).
Όπως προκύπτει από τον πίνακα της εικόνας, για όλα τα ‘’λαμπρά και σπουδαία’’ που έχουν υλοποιηθεί μέσω του Γ ΚΠΣ, η εισροή πόρων από την Ε.Ε. είναι τα 22,7 δισ. € και όχι το σύνολο όπως διαφημίζεται.
Που τους βρίσκει όμως τους πόρους αυτούς και τους μοιράζει η Ε.Ε.; Προφανώς από τη συμμετοχή του κάθε κράτους μέλους. Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα έχει πλεονασματικό ισοζύγιο – παρότι συνεισφέρει κι αυτή στον προϋπολογισμό της Ε.Ε., αυτά που δίνει είναι περίπου το 41% των όσων παίρνει. Αυτό σημαίνει ότι το 41% των 22,7 δισ. € = 9,307 δισ. € δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως μεταβίβαση πόρων. Άρα τα 22,7 γίνονται 13,393 δισ. €, δηλαδή εάν η Ελλάδα ήταν εκτός Ε.Ε., περισσότερο από τα 2/3 των έργων του Γ ΚΠΣ, μπορούσαν αδιαμφησβήτητα να υλοποιηθούν με εθνικούς πόρους. Στο επόμενο διάστημα λόγω της εισόδου φτωχότερων κρατών στην Ε.Ε., το 41% θα μεγαλώσει κατά πολύ.
Ας συνεχίσουμε όμως με ορισμένους υπολογισμούς ακόμα. Το σύνολο των πόρων (41,95 δισ. €), δεν πηγαίνει όλο σε έργα, αλλά μέρος αυτού αφορά τη διαχείριση & τη δημοσιότητά του, δηλαδή δεν αφορά εξολοκλήρου χρήσιμα έργα (ας πούμε) αλλά και ένα τεράστιο κόστος για την προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας, για την παρακολούθηση, έλεγχο & αξιολόγηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων που σημαίνει τεράστια απώλεια ανθρώπινων πόρων που θα μπορούσαν να απασχοληθούν αλλού. Σχετικά εδώ είναι οι προετοιμασίες διαγωνισμών για τις προσλήψεις συμβούλων (υποστήριξης ή αξιολόγησης) σε υπουργεία (μαζί με ένα σωρό από προσφυγές από τους μη επιλαχόντες – το κόστος αυτό δύσκολα υπολογίζεται), η συντήρηση επιτροπών, ομάδων έργου και υπηρεσιών για την παρακολούθηση έργων & πληρωμών σύμφωνα με τις διαδικασίες που επιβάλλει η Ε.Ε., ενώ είναι προκλητικές και οι διαφημίσεις των διαφόρων επιχειρησιακών ή περιφερειακών προγραμμάτων του Γ ΚΠΣ όπου όλο το κόστος (διαγωνιστική διαδικασία, αμοιβή διαφημιστικής εταιρείας, τηλεοπτικός χρόνος) αποτελούν κόστος δημοσιότητας (ενώ τα έργα που διαφημίζονται μπορεί να τα θεωρήσουμε ‘’χρήσιμα’’, το κόστος δημοσιότητας δεν είναι). Το κόστος διαχείρισης/δημοσιότητας για το Γ ΚΠΣ εκτιμάται στο 10% του συνολικού προϋπολογισμού του, δηλαδή 41,95*10% = 4,195 δισ. €, που σημαίνει ότι εάν τα αφαιρέσουμε (ως κονδύλια που δεν οδηγούν σε ‘’χρήσιμα έργα’’) από τα 13,393 δισ. €, μας μένουν 9,198 δισ. €.
Ακόμα μια πολύ σημαντική συνισταμένη είναι, η σχετική με την κατασπατάληση πόρων σε άχρηστα ή ανύπαρκτα έργα (όπως αυτά που κατηγορείται η SIEMENS – ηλεκτρονικός εξοπλισμός σιδηροδρόμων) που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. Μελέτες επί μελετών με το ίδιο αντικείμενο (υπάρχει παράδειγμα με το προκλητικότατο γεγονός να ανατίθεται μελέτη που συγκεντρώνει τα συμπεράσματα προηγούμενων εκπονηθεισών μελετών) για να μοιραστούν λεφτά σε γραφεία συμβούλων, άχρηστοι δρόμοι σε επαρχία που δεν οδηγούν πουθενά, εξοργιστικές υπερβάσεις προϋπολογισμών με κερδισμένες ελληνικές & ξένες εταιρείες (όπου εμπλεκόταν ξένη εταιρεία, οι έλεγχοι από την ΕΕ ήταν χαλαρότεροι). Το μεγαλύτερο όργιο καταβρόχθισης πόρων (άρα και της ελληνικής συμμετοχής) σημειώθηκε σε προγράμματα κατάρτισης (εντελώς ανύπαρκτα, δεν πραγματοποιούνταν καν). Στο διαδίκτυο μπορεί άνετα κάποιος να βρει λήμματα σχετικά με κοινοτικά κονδύλια, απάτη, διαφθορά, κακοδιαχείριση, πλουτισμό, και πολλές πληροφορίες και στοιχεία. Και είναι φοβερά ενοχλητικό το γεγονός ότι τα 2 κόμματα εξουσίας κατηγορούν το ένα το άλλο γι’ αυτό ακριβώς το πράγμα . Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί ότι και η ίδια η Ε.Ε. φαίνεται να καθοδηγεί πολλές φορές προς την υλοποίηση αμφίβολων έργων (ο σχετικός ισχυρισμός αποτελεί κοινό τόπο όσων ασχολούνται με τα σχετικά), τεραστίων προϋπολογισμών, με σκοπό να πάρουν μεγάλες διεθνείς κατασκευαστικές ή προμηθευτικές εταιρείες σημαντικά έργα (και έτσι να επιστραφεί ένα μεγάλο μέρος των κονδυλίων). Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η σκανδαλώδης (και από περιβαλλοντική άποψη) διάνοιξη 2 ξεχωριστών τούνελ (2 κατευθύνσεων) στον Κίσσαβο για την παράκαμψη των Τεμπών (συζητείται να ενταχθεί στο ΕΣΠΑ και τη μερίδα του λέοντος θα πάρουν διεθνείς κατασκευαστικές), ενώ θα πρέπει να γίνει μόνο το ένα και η άλλη κατεύθυνση να χρησιμοποιεί τον υπάρχοντα δρόμο (που πλέον θα είναι επαρκής). Εάν κανείς ισχυριστεί ότι η Ε.Ε. δεν κάνει τέτοια πράγματα, ίσα ίσα είναι αυστηρή, αντίθετα οι έλληνες είναι ψιλοαπατεώνες, καλό θα είναι να διαβάσει το σχετικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή (10/1/2006) .
Οι εκτιμήσεις για το ποιος είναι ο προϋπολογισμός των έργων αυτών που αναφέρθηκαν παραπάνω και εντάχθηκαν στο Γ ΚΠΣ, κυμαίνεται σε ένα εύρος από το 10 έως το 30% του συνολικού προϋπολογισμού του. Εάν πάρουμε υπόψη τη μέση εκτίμηση, δηλαδή το 20% του προϋπολογισμού (41,95 δισ. € * 20% = 8,39 δισ. €) του Γ ΚΠΣ δεν πήγε σε έργα που πραγματικά μπορεί να ήταν αναγκαία, προκύπτει το συμπέρασμα ότι εάν από τα 9,198 δισ. € (βλ. παραπάνω) αφαιρέσουμε τα 8,39 δισ. €, μένουν μόνο 0,798 δισ. €, δηλαδή περίπου 800 εκ. € ως εισροές από την Ε.Ε. Εάν το παραπάνω ποσό το διαιρέσουμε με το 10 (μαζί με τις παρατάσεις και τις αποπληρωμές, 10 χρόνια διήρκεσε το Γ΄ ΚΠΣ), κατά μέσο όρο η ετήσια εισροή ήταν 80 εκ. €, δηλαδή 8 μόλις € ανά Έλληνα το χρόνο.
Οι παραπάνω υπολογισμοί (όσον αφορά τις εκτιμήσεις), προφανώς και επιδέχονται κριτική και με κανένα τρόπο τα νούμερα που προκύπτουν δεν μπορούν να θεωρηθούν οριστικά. Αποτελούν όμως μια μεθοδολογική προσέγγιση που καταρρίπτει ακλόνητους για τα αστικά επιτελεία και διάφορα φερέφωνα ισχυρισμούς, ότι δηλαδή χωρίς τους κοινοτικούς πόρους ‘’είμαστε χαμένοι’’, και δίνει επιχειρήματα στη συζήτηση του πόσο τιμάται η απεμπόληση του δικαιώματος του ελληνικού λαού να αποφασίζει εάν θα ιδιωτικοποιηθεί η Ολυμπιακή, εάν θα ανέβουν τα όρια συνταξιοδότησης των γυναικών, ή εάν ένας νόμος που τον επιθυμεί η πλειοψηφία του (κοινοβουλευτική ή μη) θα είναι σε ισχύ ή όχι επειδή δε συμβαδίζει με το κοινοτικό δίκαιο.
Κρατικές Ενισχύσεις (Κ.Ε.)
Χρήσιμο είναι εδώ να γίνει ένας σχολιασμός για το κομμάτι των 9,53 δισεκατομμυρίων € (το ποσό δηλαδή της Ιδιωτικής Συμμετοχής). Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε δράσεις του Γ ΚΠΣ που αφορούν Κρατικές Ενισχύσεις, δηλαδή ενισχύσεις του Ιδιωτικού Τομέα (σε αντιδιαστολή με αμιγή δημόσια έργα), προκειμένου να προβεί σε επενδύσεις (ίδρυση ή εκσυγχρονισμό παραγωγικών μονάδων κλπ.). Το ποσό της Δημόσιας Δαπάνης που αντιστοιχεί σε αυτές τις Δράσεις εκτιμάται περίπου σε 14,3 δις. € (το οποίο πηγαίνει δηλαδή κατευθείαν στο κεφάλαιο). Εάν συνυπολογίσουμε το παραπάνω ποσό στους προηγούμενους υπολογισμούς μας, προκύπτει ότι δεν παίρνει ο κάθε εργαζόμενος στην Ελλάδα 8 € το χρόνο, αλλά μάλλον δίνει κιόλας. Ωστόσο, σε σχέση με τις Κ.Ε., προκύπτουν σημαντικές αντιφάσεις αναφορικά με τις κυρίαρχες λογικές και θεωρήσεις των ‘’Ορθόδοξων’’ Οικονομικών αλλά και της περιρέουσας επιχειρηματολογίας. Ας δούμε ορισμένα από αυτά:
1. Η αγορά οδηγεί σε αριστοποίηση κατανομής των πόρων. Άρα εάν κάποιος έχει διαθέσιμα κεφάλαια θα πρέπει χωρίς παρέμβαση να αποφασίσει που τον συμφέρει νε επενδύσει. Κυρίως μέσω του Αναπτυξιακού Νόμου δίνεται προτεραιότητα σε ορισμένες μόνο οικονομικές δραστηριότητες, άρα έχουμε στρέβλωση της αγοράς.
2. Εάν η δημιουργία μιας οικονομικής δραστηριότητας ενισχύεται με (π.χ. με 40%, άρα 60% η Ιδιωτική Συμμετοχή), ο επενδυτής δε θα απολαύσει το 60% των κερδών αλλά το 100%, και αυτός που καταβάλλει το υπόλοιπο 40% (φορολογούμενος), δεν απολαμβάνει αυτό που του αντιστοιχεί.
3. Κλάδος της επιχειρηματικής δραστηριότητας κυρίως του Τραπεζικού Τομέα αποτελούν και οι Επιχειρηματικές Συμμετοχές (π.χ. Ventur Capitals – υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις όπως Bussiness Angels). Άρα έχουμε κατάφωρη παραβίαση της αγοράς και αθέμιτο ανταγωνισμό από το κράτος σε βάρος συγκεκριμένης επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Σε όλα τα παραπάνω, οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς δε διαμαρτύρονται βέβαια. Αλλά και από τη σοσιαλδημοκρατία, θα περίμενε κανείς να προτείνουν την αντικατάσταση των Κ.Ε. με τη δημιουργία Κρατικών Επενδυτικών Ταμείων όπου τα ποσά του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που κατευθύνονται προς τις Κ.Ε., να πηγαίνουν σε αυτά τα ταμεία, που θα χρηματοδοτούν Επενδυτικά Σχέδια, αλλά θα έχουν συμμετοχή στο εταιρικό σχήμα κατά το % συμμετοχής στην επένδυση, και με προβλεπόμενο χρόνο εξαγοράς του μεριδίου του ταμείου από την επιχορηγούμενη εταιρία, βάσει της μελέτης για την έγκριση της ενίσχυσης. Με αυτόν τον τρόπο, αίρονται οι παραπάνω αντιφάσεις σύμφωνα με τη γενική θεώρηση των Ορθόδοξων Οικονομικών και μπορούν να επιστραφούν σημαντικοί πόροι στο κοινωνικό σύνολο που μπορούν να χρησιμοποιηθούν π.χ. για τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού (το θέμα σχετίζεται επίσης με την ιστορία της αρπαγής πόρων των ταμείων στο παρελθόν για δωρεάν χρηματοδότηση επιχειρηματιών). Προφανώς και εδώ, κανείς δεν έχει μπει στον κόπο να σχοληθεί με το θέμα.
Με κανένα τρόπο τα παραπάνω δεν θα έπρεπε να παρεξηγηθούν ως προτάσεις της αριστεράς για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς –αναφέρονται με σκοπό να καταδείξουν α) έναν ακόμα τρόπο μεταφοράς εισοδημάτων από την εργασία προς το κεφάλαιο, β) τη δήθεν ουδετερότητα των επίσημων σχολιαστών και οικονομικών αναλυτών που δε λένε κουβέντα για τα παραπάνω, αλλά και γ) θα μπορούσαν να είναι πειστικά επιχειρήματα στο πάγιο αίτημα της αριστεράς για την κατάργηση των Κρατικών Ενισχύσεων προς τις επιχειρήσεις. Συμπερασματικά, οι Κ.Ε. είναι μέσο συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, αφού ευνοούν κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ αποτελούν μια μορφή αποζημίωσης προς τις ελληνικές επιχειρήσεις για την άρση μεγάλου μέρους του προστατευτισμού τους που υπήρχε πριν την ένταξη στην Ε.Ε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ