ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Ρήξη με το ευρώ και την Ε.Ε. Για ένα εναλλακτικό παραγωγικό πρότυπο

Ρήξη με το ευρώ και την Ε.Ε. Για ένα εναλλακτικό παραγωγικό πρότυπο


Το ότι η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ είχε απώλειες ως προς την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας δεν μεταφράζεται αυτόματα στη θέση ότι χρειαζόμαστε την έξοδο από το ευρώ για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας. Η έξοδος από το ευρώ εντάσσεται σε μια ταξική στρατηγική για την προστασία από τον ανταγωνισμό κεφαλαίων υψηλότερης παραγωγικότητας. Αποτελεί μηχανισμό προστασίας της εγχώριας παραγωγικής βάσης από την αθρόα εισβολή εισαγόμενων προϊόντων. Τα εισαγόμενα προϊόντα, όταν είναι φτηνότερα, επειδή προέρχονται από χώρες με φτηνότερη εργασία ή / και αυξημένη παραγωγικότητα, λειτουργούν ως μοχλός πίεσης για τη μείωση του κόστους εργασίας και για καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που ενισχύουν την εκμετάλλευση των εργαζομένων.

Τα σταθερά νομίσματα, οι σταθερές ισοτιμίες και οι νομισματικές ενώσεις, σε συνθήκη διεθνοποίησης του κεφαλαίου λειτουργούν ως μηχανισμοί επιβολής λιτότητας και νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Επομένως, η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής δεν θα πρέπει να ιδωθεί ως απλώς ένα νεοπροστατευτικό βήμα ή ως ένας νεομερκαντιλισμός της παρεμπόδισης εισαγωγών και της προστασίας της εγχώριας παραγωγικής βάσης. Η ανάκτηση ελέγχου στη νομισματική πολιτική εντάσσεται στην προοπτική του μεγαλύτερου δημοκρατικού ελέγχου στην οικονομική πολιτική και της προστασίας κοινωνικών κατακτήσεων και εναλλακτικών μορφών οργάνωσης της παραγωγής απέναντι στη βία της καπιταλιστικής διεθνοποίησης.

Η κομβικότητα της διαγραφής του χρέους

Κομβική πλευρά είναι η διαγραφή του χρέους: είναι κοινός τόπος η ανάγκη παύσης πληρωμών και επί της ουσίας η διαγραφή του εξωτερικού χρέους ξεκινώντας από τον τεράστιο βραχνά του χρέους προς το μηχανισμό του EFSF [Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας]. Χωρίς αυτή δεν υπάρχει δυνατότητα αναπροσανατολισμού της δημόσιας δαπάνης. Υπάρχει η άποψη ότι το βασικό είναι η συγκυριακή παύση πληρωμών και όχι η διαγραφή. Υπάρχουν και φωνές που υποστηρίζουν ότι τυχόν βιαστικές ενέργειες θα δημιουργήσουν προβλήματα διεθνούς δικαίου, θα οδηγήσουν σε κατασχέσεις εξαγωγικών φορτίων κ.λπ.

Σίγουρα η διαγραφή του χρέους έχει ένα χαρακτήρα ρήξης και σύγκρουσης. Δεν είναι μια ομαλή διεθνής συναλλαγή. Αποτελεί ρήξη με τον υπαρκτό ιμπεριαλισμό με πιθανότητα αντιποίνων. Θα ήταν αφελές να πιστεύαμε ότι ένας άλλος δρόμος της ελληνικής κοινωνίας θα ήταν μια διαδικασία χωρίς τέτοιες συγκρούσεις. Το πώς μπορεί να γίνει αυτή η διαδικασία είναι κάτι που θα εξαρτηθεί από τη δυναμική της συγκυρίας. Όμως είναι σημαντικό από τώρα να κατοχυρώνεται ότι χωρίς τη ρήξη της διαγραφής του χρέους ως πρακτική ρήξης με πλευρές του σύγχρονου ιμπεριαλισμού δεν μπορεί να ανοίξει ένας άλλος δρόμος.

Η συνολική ρήξη με την Ε.E.

Η έξοδος από το ευρώ δεν μπορεί να είναι η μόνη πρακτική ρήξης με τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Εκ των πραγμάτων θα τεθεί ζήτημα αποδέσμευσης από την Ε.Ε. Αυτό προκύπτει από το εύρος των πραγματικών θεσμικών υλικών δεσμεύσεων και μορφών αναίρεσης της λαϊκής κυριαρχίας και ενσωμάτωσης του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού που συνεπάγεται η διαδικασία αυτή: απ’ όλες τις μορφές επιτήρησης και την υποχρεωτική απελευθέρωση αγορών μέχρι όλες τις επιπτώσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η πρόσδεση στην Ε.Ε. έχει δείξει με σαφήνεια τις επιπτώσεις της, και άρα ο στόχος της αποδέσμευσης δεν μπορεί παρά να είναι τμήμα ενός αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος. Οι προβληματισμοί περί των ελληνικών εξαγωγών προς την Ε.Ε. που θα χαθούν είτε υπερεκτιμούν τη γενική βαρύτητα των εξαγωγών στην ελληνική οικονομία είτε υποτιμούν τη δυνατότητα η χώρα να συνεχίσει να έχει συναλλαγές με το εξωτερικό. Όσο για τις απώλειες χρηματοδοτήσεων, εάν έχουμε την εκτίμηση ότι αυτές οι εισροές από την Ε.Ε. είχαν μεγαλύτερο κόστος από ό,τι όφελος, τότε είναι προφανές ότι πρέπει να χαράξουμε μια εναλλακτική πολιτική με κριτήριο να μην έχουμε τέτοιες εισροές.

Η ρήξη με την Ε.Ε. είναι μια αναγκαία διεργασία επανακατοχύρωσης της λαϊκής κυριαρχίας. Συμπυκνώνει ένα δημοκρατικό αίτημα αυτοκαθορισμού της εργαζόμενης πλειοψηφίας σε ένα δοσμένο γεωγραφικό χώρο. Η ανασημασιοδότηση της έννοιας του λαού ως του συνόλου όσων εργάζονται, αγωνίζονται και ζουν σε έναν τόπο (μη εθνοτική σύλληψη της ιδιότητας του πολίτη) μπορεί να απαντήσει σε αυτή την πρόκληση.

Το σκιάχτρο του «απομονωτισμού»

Όλα αυτά συνεπάγονται αποκοπή από τις διεθνείς αγορές; Αυτό το ενδεχόμενο δεν πρέπει να το δούμε φοβικά. Από πολλές πλευρές μέσα στη συζήτηση της Αριστεράς ξορκίζεται ο «απομονωτισμός» και κάθε λογική «αυτάρκειας». Για εμάς είναι προφανές ότι το όραμα της Αριστεράς για τη διεθνή συνεργασία δεν μπορεί να είναι η τωρινή εκδοχή διεθνοποίησης της παραγωγής, όπου το πιο απλό καθημερινό προϊόν έχει ως προς την κατασκευή του κάνει αρκετές φορές το γύρο του κόσμου, νομιμοποιώντας μορφές διεθνούς καταμερισμού εργασίας, μορφές κοινωνικού ντάμπινγκ και τις ειδικές οικονομικές ζώνες, και αφήνοντας ένα όχι και τόσο καλό ενεργειακό και οικολογικό αποτύπωμα. Η αποκέντρωση, η τοπικότητα, η τάση προς μια ορισμένη αυτάρκεια, η στροφή προς πιο ήπιες μορφές παραγωγής είναι αναγκαίες πλευρές μιας σοσιαλιστικής κατεύθυνσης για την παραγωγική ανασυγκρότηση, σε τομή και με τον ανορθολογικό παραγωγισμό του κεφαλαίου, αλλά και έναν ορισμένο «σοσιαλιστικό παραγωγισμό».

Αντιστρέφοντας την καταστροφή

Αυτό μάς φέρνει στη δεύτερη κρίσιμη διάσταση της εξόδου από το ευρώ και της ρήξης με την Ε.Ε., που είναι η δυνατότητα αντιστροφής της κοινωνικής καταστροφής που έχει ήδη συντελεστεί. Ειδικά η καταστροφική αύξηση της ανεργίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί απλώς με την ελπίδα εκείνων των ραγδαίων ρυθμών ανάπτυξης που θα δημιουργούσαν αμέσως μια έκρηξη στην απασχόληση. Απαιτείται αποφασιστική αύξηση της δημόσιας δαπάνης με κύριο στόχο την αύξηση της απασχόλησης, ένα αντίστροφο σοκ δαπάνης και απασχόλησης προς τη θετική κατεύθυνση. Εδώ ο συνδυασμός ανάμεσα στη νομισματική κυριαρχία και έναν εθνικοποιημένο τραπεζικό τομέα θα μπορούσε, μαζί με την αναπροσαρμογή της δημόσιας δαπάνης, να δώσει εκείνη την κρίσιμη διέξοδο προς την αύξηση της απασχόλησης ξεκινώντας από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την ανεργία εάν: (α) καλύψουμε όλες τις ανάγκες σε προσωπικό που υπάρχουν στην υγεία, την παιδεία, την ασφάλιση, (β) οι κρατικοποιημένες εταιρείες υποδομών (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, συγκοινωνίες, μεταφορές) λειτουργούν με πλήρες προσωπικό, (γ) αναπτύξουμε ένα πλήρες ποιοτικό και αναβαθμισμένο σύστημα δημόσιων μεταφορών και συγκοινωνιών σε όλη την Ελλάδα, (δ) βάλουμε μπροστά από έναν εθνικοποιημένο κατασκευαστικό κλάδο τα έργα που πραγματικά έχουμε ανάγκη και την επισκευή των υποδομών, (ε) οι ίδιοι οι εργαζόμενοι θέσουν σε λειτουργία τις κλειστές σήμερα παραγωγικές μονάδες με νομοθετική ρύθμιση που θα προσφέρει τη δυνατότητα να τις πάρουν χωρίς τα χρέη τους, (στ) αναζωογονήσουμε τον αγροτικό τομέα, (ζ) ξαναζωντανέψουν είτε με δημόσια λειτουργία είτε με αυτοδιαχείριση κλάδοι που σήμερα είναι σε παρακμή αλλά μπορούν να παράγουν χρήσιμα αγαθά, (η) ο αυτοαπασχολούμενος ή η μικρή συνεταιριστική επιχείρηση ή ακόμα και η μικρομεσαία μονάδα μπορεί να βρίσκει διέξοδο για τα προϊόντα της.

Πολύ μεγάλο μέρος κοινωνικών αναγκών μπορεί και πρέπει να καλυφθεί μέσα από πρακτικές που στηρίζονται στη λαϊκή πρωτοβουλία, μέσα από μικρά και μεσαία αυτοδιαχειριζόμενα ή συνεταιριστικά εγχειρήματα που με την κατάλληλη κρατική υποστήριξη θα μπορούν να καλύπτουν μεγάλο μέρος από κοινωνικά χρήσιμες δραστηριότητες.

Οι τομές στον πυρήνα των κοινωνικών σχέσεων

Συχνά, ακόμα και στη ριζοσπαστική Αριστερά, οι βασικές κατευθύνσεις για την ανάπτυξη στηρίζονται σε κλασικές παραδοχές και υποθέσεις για τη δυνατότητα αναπτυξιακών δυναμικών σε μια κατά βάση καπιταλιστική οικονομία και απλώς απέχουν από πλευρές της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας που κυριαρχεί στην Ε.Ε., όπως είναι ο ψυχαναγκασμός με τα ελλείμματα, η a priori απαγόρευση της κλαδικής βιομηχανικής πολιτικής ή η απέχθεια για τον δημόσιο τομέα. Η σοσιαλιστική προοπτική παρουσιάζεται ως κάτι που θα έρθει αφού επιτευχθεί μια πρώτη κρίσιμη αναπτυξιακή και αναδιανεμητική δυναμική και αφού αποκαταστήσουμε μορφές βιομηχανικής πολιτικής. Αυτό δεν αρκεί.

Χωρίς μια σειρά από τομές που αφορούν τον πυρήνα των κοινωνικών σχέσεων, η όποια επίπτωση θα είναι παροδική. Η όποια αύξηση της δημόσιας δαπάνης, για να μην έχει απλώς ένα συγκυριακό «αναπτυξιακό αποτέλεσμα», χρειάζεται όντως μια σύγχρονη πολιτική «πλήρους απασχόλησης» που να υπερβαίνει τα απλά αποτελέσματα μιας αύξησης της συνολικής ζήτησης αλλά να στηρίζεται στην αμφισβήτηση κρίσιμων πλευρών της καπιταλιστικής εξουσίας: η δυνατότητα μαζικής λειτουργίας αυτοδιαχειριζόμενων επιχειρήσεων, η εκτεταμένη και άνευ αποζημίωσης επανακρατικοποίηση τομέων της οικονομίας, η συνειδητή αύξηση του ρόλου και των υπηρεσιών που θα προσφέρει το Δημόσιο, όλα αυτά καθίστανται αναγκαίες πλευρές μιας πολιτικής πλήρους απασχόλησης.

Πρώτα απ’ όλα απαιτείται μια τομή ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Χωρίς την άμεση εθνικοποίηση –και μάλιστα χωρίς αποζημίωση– των τραπεζών, και όχι απλώς την τοποθέτηση κυβερνητικών επιτρόπων, χωρίς την επανακρατικοποίηση κρίσιμων τομέων όπως η ενέργεια και οι τηλεπικοινωνίες, χωρίς την άμεση νομοθετική κατοχύρωση ότι επιχειρήσεις που μένουν κλειστές περνούν στα χέρια των εργαζομένων τους, κρίσιμα εργαλεία μιας άλλης πολιτικής και κυρίως μιας πραγματικής πολιτικής πλήρους απασχόλησης δεν θα υπάρχουν. Προφανώς και αυτό σημαίνει τομή μεγάλης κλίμακας και με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και με το ελληνικό πρόσφατο συνταγματικό κεκτημένο, και θα πρέπει να συνοδεύεται από ανάλογες θεσμικές τομές (π.χ. όχι απλώς από αναθεώρηση του συντάγματος αλλά και από μια πλήρη «συντακτική διαδικασία»).

Σε αυτό το πλαίσιο έρχεται και το ερώτημα του τι σημαίνει σήμερα μια σύγχρονη εκδοχή σχεδιασμού. Θα ήταν λάθος μια αποσύνδεση καπιταλισμού και αγοράς που θα άνοιγε το δρόμο για μια λογική σοσιαλισμού της αγοράς. Η αγορά ως μηχανισμός κοινωνικοποίησης των επιμέρους ατομικών εργασιών συνδέεται αλληλένδετα με την ηγεμονία των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Άρα απαιτούνται μη αγοραίες μορφές συντονισμού και οργάνωσης, διανομής και κυκλοφορίας. Όμως η αναίρεση της αγοράς δεν μπορεί να είναι μια διοικητική υπόθεση, μια που η ίδια η εμπειρία του «υπαρκτού σοσιαλισμού» δείχνει ότι η απλή υποκατάσταση της αγοράς από το πλάνο δεν αναιρεί τον πυρήνα των κοινωνικών σχέσεων. Πόσο μάλλον που για μεγάλο διάστημα θα συνυπάρχουν ποικίλες ιδιοκτησιακές μορφές και ποικίλες μορφές διανομής οι οποίες θα περιλαμβάνουν και την αγορά και εναλλακτικά δίκτυα, σε μια διαδικασία που θα πρέπει να κατοχυρώνει ολοένα και περισσότερο δημοκρατικές διαδικασίες απόφασης και η οποία θα συνυπάρχει αναγκαστικά και με την αγορά.

Ούτως ή άλλως μια τέτοια διαδικασία ξεφεύγει από τα όρια των πρώτων βημάτων ενός μεταβατικού προγράμματος και αφορά μια συνολικότερη εμπειρία μετασχηματισμού που αναγκαστικά θα πρέπει να περιλαμβάνει και άλλες τομές όπως είναι η τάση προς την κοινωνικοποίηση της γνώσης και της τεχνογνωσίας, η αμφισβήτηση των εργασιακών ιεραρχιών, το βάθεμα του εργατικού ελέγχου αλλά και η συνολικότερη ανάγκη για μετασχηματισμούς σε όλο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων.

Όλα αυτά συγκροτούν μια διαδικασία συλλογικού πειραματισμού και μετασχηματισμού που οφείλει να ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή και που θα απαιτήσει και σημαντικούς αξιακούς μετασχηματισμούς. Χωρίς μια άλλη συλλογική ηθική, μια άλλη συλλογική στράτευση σε μια κοινή προσπάθεια, χωρίς μια άλλη έμφαση στην προσφορά σ’ έναν κοινό αγώνα, μια τέτοια διαδικασία δεν μπορεί να προχωρήσει. Με αυτή την έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μιλάμε για μια διαδικασία κατά την οποία θα χρειαστεί και πολύ περισσότερη ΝΕΠ και πολύ περισσότερη Πολιτιστική Επανάσταση.

Οι παραγωγικές δυνατότητες υπάρχουν

Διαθέτουμε ένα σημαντικό παραγωγικό δυναμικό για προϊόντα πρώτης ανάγκης όπως είναι τα φάρμακα. Διαθέτουμε ορυκτό πλούτο, για να τον αξιοποιήσουμε ορθολογικά και με σεβασμό στο περιβάλλον. Διαθέτουμε ένα εργατικό δυναμικό με σημαντικές δεξιότητες και αυξημένο μορφωτικό επίπεδο, αυτό ακριβώς που σήμερα διαρρέει μαζικά με την επιστημονική μετανάστευση. Ο συνδυασμός ανάμεσα σε μορφωμένο δυναμικό και μια γενική κατεύθυνση για απλούστερες και φτηνότερες τεχνολογίες μπορεί να επιτρέψει τεχνικές λύσεις πολύ πιο αποτελεσματικές. Μεγάλες παραγωγικές υποδομές που σήμερα αντιμετωπίζουν την απαξίωση μπορούν να αξιοποιηθούν για την κάλυψη κοινωνικών αναγκών (από τα ναυπηγεία μέχρι τις υποδομές των «αμυντικών» βιομηχανιών).

Ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα είναι η αγροτική παραγωγή. Άλλωστε, θα αποτελέσει ένα από τα κρίσιμα σημεία για την επιβίωση του λαού. Ο στόχος πρέπει να είναι ο συνολικός αναπροσανατολισμός της αγροτικής παραγωγής, με βασικό όχημα ένα ανασυγκροτημένο συνεταιριστικό κίνημα και την αναδιάταξη της παραγωγής με βάση κριτήρια όπως η τοπικότητα –περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, παραδοσιακές καλλιέργειες–, η εποχικότητα –με ορίζουσα τη δυνατότητα μιας ήπιας περιβαλλοντικά καλλιέργειας και όχι τη διαρκή επιδίωξη για μαζική παραγωγή με αρνητικούς περιβαλλοντικά όρους και με εξαγωγικό προσανατολισμό–, και πάνω από όλα η διατροφική ασφάλεια και στην ποιότητα και στην ποσότητα σε συνδυασμό μ’ ένα άλλο διατροφικό πρότυπο. Αυτό θα χρειαστεί και πειραματισμούς με εναλλακτικά πρότυπα διανομής, με σπάσιμο των εμπορικών κυκλωμάτων και με έμπνευση από τα τωρινά κινήματα χωρίς μεσάζοντες. Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να έχουμε σε μεγάλο βαθμό διατροφική επάρκεια στη χώρα.

Το τελευταίο κρίσιμο πεδίο είναι η ενέργεια. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές από τις δαιμονολογίες που ακούγονται για τους κινδύνους της εξόδου από το ευρώ και την Ε.Ε. αφορούν την πιθανή αδυναμία να καλύψουμε τις βασικές ενεργειακές ανάγκες μας. Είναι σαφές ότι χρειάζεται αναπροσανατολισμός της ενεργειακής πολιτικής. Η δυνατότητα χρήσης του φτηνού λιγνίτη δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως η μόνιμη λύση. Χρειάζεται όντως στροφή προς τις ΑΠΕ, αλλά με όρους δημόσιας επένδυσης, χωρίς τις τωρινές μορφές πρωτοφανούς επιδότησης των ιδιωτικών επενδύσεων στις ΑΠΕ, με έμφαση σ’ ένα σχεδιασμό που να γίνεται από κοινού με τις τοπικές κοινωνίες και με προσανατολισμό πρωτίστως στις δικές τους ανάγκες. Χρειάζεται, ακόμα, σταδιακός αναπροσανατολισμός του δικτύου από τη λογική κεντρική παραγωγή - εκτεταμένο δίκτυο, στην έμφαση στο σχήμα τοπική παραγωγή - τοπική κατανάλωση. Η μεγάλη όμως τομή και ο κρίσιμος στρατηγικός στόχος δεν μπορεί παρά να είναι η συνολική μείωση της κατανάλωσης. Αυτό αφορά την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου, την οικονομία στις ενεργειακές απώλειες (οικοδομή), την αλλαγή του καταναλωτικού προτύπου, αλλά και την απόρριψη του μοντέλου ο «ρυπαίνων πληρώνει», που ουσιαστικά δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων: η ρύπανση πρέπει να αντιμετωπίζεται, όπως και τα αφανή κόστη της εκεί όπου συμβαίνουν και κατά κύριο λόγο με κατεύθυνση την πρόληψη.

Αντί επιλόγου

Μια εναλλακτική αφήγηση, με αφετηρία την έξοδο από το ευρώ και τη ρήξη με την Ε.Ε. θα επαναφέρει μια κρίσιμη αυτοπεποίθηση στα λαϊκά στρώματα, που μπορεί να τα μετασχηματίσει όχι απλώς σε δυνητικούς ψηφοφόρους της Αριστεράς αλλά σ’ ένα ενεργό συλλογικό υποκείμενο για τον κοινωνικό μετασχηματισμό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.