



«Είναι η εξουσία στα χέρια των μαζών, των οργανώσεών τους και των προωθημένων τους στοιχείων ή είναι στα χέρια του κόμματος; Ή, θέτοντάς το αλλιώς, η εξουσία ασκείται από τους εργαζόμενους ή ασκείται γι’ αυτούς»;
Ο μόνος πολιτικός προγραμματικός σκοπός που παραμένει αληθής και σταθερός στον προγραμματικό φασιστικό λόγο είναι η κατάληψη της κρατικής εξουσίας. Η κατάληψη της εξουσίας με όλα τα μέσα, αν χρειαστεί ακόμα και τα νόμιμα.
Αν θα θέλαμε να ορίσουμε ένα πλαίσιο της συζήτησης για τον φασισμό, δεν θα μπορούσαμε να αγνοήσουμε την περίφημη υπόδειξη του Μαξ Χορκχάιμερ: «Όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό, καλά θα κάνει να σωπαίνει και για τον φασισμό».
Οι μήνες του υπερπληθωρισμού σήμαναν την οριστική μετάβαση ευρύτατων μικροαστικών στρωμάτων προς εθνικιστικές, μοναρχικές και ακροδεξιές ιδεολογικές τοποθετήσεις, αφού τον υπερπληθωρισμό τον χρεώθηκε το μπλοκ της Βαϊμάρης.
Η διάρρηξη των σχέσεων εκπροσώπησης και η κατάρρευση του πολιτικού αναγκάζουν τα κύρια δεξιά κόμματα να ακολουθήσουν την αντικειμενική φορά των πραγμάτων ώστε να την εκμεταλλευτούν οπορτουνιστικά, υιοθετώντας την ακροδεξιά ατζέντα για να «χαϊδέψουν αυτιά». Το πρόβλημα εδώ είναι ότι τα αυτιά αυτά ήδη έχουν φτάσει σε κατάσταση ώστε να χρειάζονται χάϊδεμα.
Η Βολιβία ή η Βενεζουέλα, θα δοκιμάσουν μια πιο ριζοσπαστική προσπάθεια σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, με την παραδοχή ότι η σχέση κινημάτων, κυβέρνησης και κράτους κάθε άλλο παρά γραμμική και αυτονόητη είναι, φέρνοντας δυναμικές στο προσκήνιο και ταυτόχρονα προσκρούοντας πάνω σε νέες αντιφάσεις.
Η κυβέρνηση των κοινωνικών κινημάτων είναι κατά συνέπεια μια δημιουργική, διαλεκτική, παραγωγική και αναγκαία ένταση ανάμεσα στη συγκέντρωση και την αποκέντρωση των αποφάσεων.
Παρά τις υποσχέσεις, το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων λαών στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης δέχτηκε τρομερά πλήγματα σε τομείς όπως η κοινωνική πρόνοια και τα πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα.