Ως «γερμανικό Μάη» μπορούμε να ορίσουμε την περίοδο όξυνσης των κινημάτων στη Γερμανία που ανοίγει και κλείνει με δυο γεγονότα-ορόσημα: τη δολοφονία του Μπέννο Όνεζοργκ στις 2 Ιουνίου 1967 στη διαδήλωση ενάντια στην επίσκεψη του σάχη του Ιράν, και το λεγόμενο γερμανικό φθινόπωρο του ’77 με τη δολοφονία του προέδρου της γερμανικής Συνομοσπονδίας Εργοδοτών και την εκτέλεση των φυλακισμένων μελών της Φράξιας Κόκκινος Στρατός (RAF)
Οι γενεσιουργές αιτίες του γερμανικού Μάη πρέπει να αναζητηθούν κυρίως στις ειδικές κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικράτησαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στη για δεύτερη φορά ηττημένη Γερμανία. Η αδήριτη ανάγκη της αποναζιστικοποίησης και της οικοδόμησης ενός αστικοδημοκρατικού κράτους δικαίου μπλοκάρεται από την ισχύ της φασιστικής-αντιδημοκρατικής παράδοσης, την ήττα και τον συμβιβασμό των δημοκρατικών δυνάμεων (κομμουνιστική αριστερά και κομμάτια της σοσιαλδημοκρατίας) και τους ψυχροπολεμικούς στόχους των δυτικών συμμάχων.
Ενώ στον σοβιετικό τομέα (μετέπειτα Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας) χτίζεται μια εξαρχής νέα κρατική μηχανή, με έντονα βέβαια γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά, με την απόταξη των ναζί και των συνεργατών τους, στους άλλους τομείς (που συνέθεσαν μετέπειτα την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας) η κρατική μηχανή στελεχώθηκε εκ νέου από ναζί. Δεξιοί, δυτικοί σύμμαχοι, αστική τάξη και ανώτερα μεσοαστικά στρώματα θέτουν ως στόχο την οικοδόμηση του «οικονομικού θαύματος» και την πάλη με τον κομμουνισμό, απαγορεύοντας το Κ.Κ. και κάθε δημόσιο λειτούργημα στους κομμουνιστές. Ανάπτυξη, καταναλωτισμός και αντικομμουνισμός αντικαθιστούν τη φασιστική ιδεολογία. Η βασική δημοκρατική δύναμη, το SPD, δηλώνει απερίφραστα υποταγή στη νέα ιδεολογία, διά του προγράμματος του Γκόντεσμπεργκ (1959) και με αποκορύφωμα τη συγκυβέρνηση με τους Χριστιανοδημοκράτες (1966).
Στη γερμανική νεολαία όμως γεννιέται σιγά σιγά η αντιπολίτευση. Το ’61 τα μέλη του SDS, της φοιτητικής νεολαία του SPD, διαγράφονται από το κόμμα καθώς κριτικάρουν τους συμβιβασμούς με την αστική πολιτική και τα προγράμματα επανεξοπλισμού του γερμανικού στρατού. Έκτοτε ο SDS θέτει στην πράξη το αίτημα του εκδημοκρατισμού του πανεπιστημίου και πολιτικοποιεί τον φοιτητικό συνδικαλισμό μπολιάζοντας τον με στίγμα αντιιμπεριαλιστικό, ριζοσπαστικό-δημοκρατικό και με αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη. Τα γεγονότα του ’67 και του ’68 και η διάλυση του SDS στις αρχές του ’70 γεννούν και ανδρώνουν της «εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση» (APO).
Το κίνημα πολιτικοποιείται και προσπαθεί να χτίσει δεσμούς με εργατικά στρώματα, αλλά ταυτόχρονα οδηγείται στην πολυδιάσπαση. Άλλοι ιδρύουν οργανώσεις κομμουνιστικής αναφοράς, που θα αποκτήσουν κάποια πρόσβαση σε εργατικά στρώματα, αλλά θα περιπέσουν γρήγορα σε αδράνεια· άλλοι καταφεύγουν στον ένοπλο αγώνα και το αντάρτικο πόλης, για να απαντήσουν στην καταστολή και να «επαναφέρουν» τον πόλεμο από την περιφέρεια στην ιμπεριαλιστική μητρόπολη· οι πιο ελευθεριακές και ανανεωτικές τάσεις συγκροτούν τη γερμανική αυτονομία, χώρο πάντοτε νεολαιίστικο και μειοψηφικό αλλά ενεργητικό και μακρόβιο· μέσα από τις κινητοποιήσεις του αντιπυρηνικού κινήματος της δεκαετίας του ’70, αλλά και συνολικά από την ανάδειξη των δευτερευουσών αντιθέσεων και του οικολογικού ζητήματος στον γερμανικό Μάη, γεννιέται το εναλλακτικό κίνημα, που θα καταλήξει στην πλήρη ενσωμάτωση όταν θα μετατραπεί σε επίσημο κρατικό trend και κυρίως όταν το κόμμα των Πρασίνων θα γίνει κοινοβουλευτικό και αργότερα κυβερνητικό στήριγμα.
Τα μεγέθη και οι αριθμοί του γερμανικού Μάη δεν εντυπωσιάζουν. Οι πιο μαζικές κινητοποιήσεις δεν συγκέντρωσαν ποτέ εκατοντάδες χιλιάδες, η φοιτητική πρωτοπορία παρέμεινε μειοψηφία εντός των φοιτητών, η εμπλοκή εργατών ήταν μικρή. Γιατί τότε να βάζουμε τον γερμανικό Μάη πλάι στον γαλλικό και τον ιταλικό; Μήπως ήταν ένα φαινόμενο απόηχος της παγκόσμιας αναταραχής στους φοιτητές, που άγγιξε στ’ αλήθεια τη γερμανική κοινωνία;
Το κίνημα στη Γερμανία του ’60 και ΄70, έχοντας ελάχιστα όπλα, ήρθε αντιμέτωπο με το μεγαλύτερο εύρος προβλημάτων και αντιφάσεων. Κλήθηκε να οικοδομήσει ένα αριστερό υποκείμενο, κόμματα και μαζικές οργανώσεις σε μια χώρα που η αριστερά είχε υποστεί τέτοιου βεληνεκούς ήττα, που την καθιστούσε ανύπαρκτη σε όλα τα επίπεδα, και ταυτόχρονα να συμβάλει στην ανανέωση της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής πολιτικής· να εκφράσει τα νέα στρώματα που ριζοσπαστικοποιήθηκαν και ταυτόχρονα να εισδύσει στο πολυάριθμο βιομηχανικό προλεταριάτο της Γερμανίας· να αποκτήσει μόνιμους δεσμούς με τους Γερμανούς εργάτες αλλά και να διαμορφώσει κοινή συνείδηση μεταξύ Γερμανών και ξένων εργατών· να θεμελιώσει ένα ασυμβίβαστο και μη ενσωματώσιμο αντικαπιταλιστικό ρεύμα, αλλά και να παλέψει το αίτημα της δημοκρατίας σ’ ένα κράτος-κληροδότημα των ναζί· να παρέμβει με όρους μαζικής πολιτικής έχοντας απέναντί του ένα κράτος προετοιμασμένο για στρατιωτική αντιπαράθεση ανά πάσα στιγμή.
Η επίδραση αυτής της άνοιξης των κινημάτων στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Γερμανίας υπήρξε τεράστια – κι ας μη φαίνεται στους αριθμούς. Ο γερμανικός Μάης αποτέλεσε την πρώτη απόπειρα για τη ζωτική «αλλαγή παραδείγματος» (Paradigmenwechsel) σε μια χώρα που ασφυκτιούσε υπό το βάρος του ναζιστικού παρελθόντος, του κοινωνικού συντηρητισμού, της στελέχωσης του νέου δημοκρατικού κράτους από φασίστες με ή χωρίς συγχωροχάρτι και που η μόνη ανάσα που της επέτρεπαν να πάρει δεν είχε το οξυγόνο της δημοκρατίας ή της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά τη μαύρη πίσσα από τις καμινάδες του «οικονομικού θαύματος».
Εκεί λοιπόν που τα «παραδείγματα» στη μεταπολεμική Γερμανία ήταν ο πρώην ναζί καθηγητής, γονιός και δικαστής, η σοσιαλδημοκρατία (σάρκα από τη σάρκα της εργατικής τάξης) που αμέσως μετά τον πόλεμο έσπευσε να δώσει για άλλη μια φορά μαθήματα συνθηκολόγησης με τις δυνάμεις της αντίδρασης, ο μικροαστός που πνίγει τις ενοχές του στον καταναλωτισμό και την εργασιοθεραπεία, ο εργάτης του Ρουρ που αναπνέει κάρβουνο με αντάλλαγμα τη δυνατότητά του να έχει και αυτός ιδιοκτησία και καταναλωτικά αγαθά, ο γερμανικός Μάης εγκυμόνησε και έτεκε το νέο, απαραίτητο, ανταγωνιστικό, αντιηγεμονικό «παράδειγμα», το παράδειγμα της αριστεράς της ρήξης. Της αριστεράς που ξεσκεπάζει την υποκρισία των δήθεν μεταμεληθέντων, των δήθεν συνετών και πραγματιστών και της δήθεν ελευθερίας που φέρνει η αγορά, της αριστεράς που οικοδομεί μια νέα προοδευτική φυσιογνωμία σε όλα τα επίπεδα των κοινωνικών σχέσεων, που επιλέγει τον αγώνα και τη θυσία ενάντια σε κάθε διαχείριση.
Η αριστερά αυτή μπορεί να μην κατάφερε στη Δυτική Γερμανία να συγκροτηθεί μέχρι σήμερα πολιτικά σε μαζικό ρεύμα, υπήρξε όμως και υπάρχει ως σημείο αναφοράς, το οποίο κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί. Περισσότερο στις μητροπόλεις και λιγότερο στα μικρά μέρη, περισσότερο στους μορφωμένους παρά στους κατόχους στοιχειώδους εκπαίδευσης, πιο πολύ στον Βορρά παρά στον Νότο, αυτό το νέο «παράδειγμα» έστω κι αν δεν συνολικοποιήθηκε σε κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, κατέστησε δυνατή την αποναζιστικοποίηση μιας χώρας με τον μισό περίπου πληθυσμό να ανήκει οργανωτικά στο ναζιστικό κόμμα. Έργο διόλου ευκαταφρόνητο, θα έλεγε κανείς.
Χρονολόγιο
1963: Ιδρύεται η πρώτη πολιτική στεγαστική κολεκτίβα, η Kommune I.
1965: Αντιιμπεριαλιστικό συνέδριο για τον πόλεμο στο Βιετνάμ στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
1966: Ο πρώτος μεταπολεμικός κυβερνητικός συνασπισμός σοσιαλδημοκρατών-χριστιανοδημοκρατών.
1967: Στις 2 Ιουνίου δολοφονείται από την αστυνομία στο Βερολίνο ο Μπέννο Όνεζοργκ. Οι συντηρητικές φωνές πιέζουν για νόμους έκτακτης ανάγκης και βίαιη καταστολή των φοιτητών.
1968: Στις 11 Απριλίου γίνεται απόπειρα δολοφονίας του Ρούντι Ντούτσκε, ηγέτη του SDS στο Βερολίνο. Ακολουθούν ταραχές στις μεγάλες πόλεις με 2 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες. Μαζικές πορείες ενάντια στους νόμους έκτακτης ανάγκης που ψηφίζονται στις 30 Μάη. Μια φοιτητική πορεία μερικών χιλιάδων ατόμων τον Νοέμβριο στο Βερολίνο καταλήγει σε κανονική μάχη με την αστυνομία.
1970: Ο SDS διαλύεται. Το κίνημα διασπάται ανεπιστρεπτί και η πολιτική δράση στους φοιτητές αρχίζει να παίρνει χαρακτηριστικά ακτιβισμού και αναχωρητισμού. Η RAF απελευθερώνει το φυλακισμένο μέλος της Αντρέας Μπάαντερ.
1975: Γεννιέται το κίνημα ενάντια στα πυρηνικά. Κατάληψη του υπο κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στα σύνορα με τη Γαλλία, που λήγει νικηφόρα μετά από 8 μήνες.
1977: Απαγωγή του προέδρου του συνδέσμου εργοδοτών της Γερμανίας, Χανς Μάρτιν Σλάυερ, από τη δεύτερη γενιά της RAF, αεροπειρατεία αλληλεγγύης στο Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Το γερμανικό κράτος «αυτοκτονεί» τα φυλακισμένα μέλη της πρώτης γενιάς της RAF. Ο Σλάυερ εκτελείται. Μετά το όργιο καταστολής, το γερμανικό κράτος επιχειρεί να ενσωματώσει κομμάτια του κινήματος: τα παντός είδους «εναλλακτικά» γίνονται επισήμως η «δεύτερη γερμανική κουλτούρα».
* Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στο Εκτός Γραμμής τχ. 18 που κυκλοφόρησε τον Μάιο 2008, με αφιέρωμα στα 40 χρόνια από τον Μάη του ’68.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ