ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί;


Αυτό το άρθρο δεν είναι για το Euro παρά τον τίτλο που θυμίζει τη γνωστή ατάκα του Γκάρυ Λίνεκερ για τους αγώνες ποδοσφαίρου. Είναι για τις οικονομικές εξελίξεις και τις τράπεζες. Και αν υπάρχει κάτι ανάλογο στην ιστορία και ειδικότερα στη διαχείριση κρίσεων σε χώρες με προγράμματα υπό το ΔΝΤ, μάλλον θα ήταν το εξής: οι εργαζόμενοι πληρώνουν το μάρμαρο της λιτότητας και της εργασιακής απορρύθμισης, η αριστερά καταρρέει πολιτικά και τις τράπεζες τις παίρνουν οι Αμερικανοί. Είναι τα πράγματα τόσο απλά πάλι όμως;

Είναι σαφές ότι έξι χρόνια τώρα οι εργαζόμενοι πληρώνουν τις συνέπειες της κρίσης και ο νέος αντεργατικός νόμος που προετοιμάζεται για το φθινόπωρο δείχνει ότι αυτό συνεχίζεται και εντείνεται. Και η πορεία της ελληνικής αριστεράς μετά τη μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφώς κρισιακή με ανοιχτό ερώτημα αν θα καταφέρει να ανασυγκροτηθεί και να επανιδρυθεί ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις νέες κοινωνικές, πολιτικές και προγραμματικές ανάγκες. Ή αν το ενδεχόμενο της «ιταλοποίησης» δεν είναι και τόσο μακρινό. Μάλλον όμως σχετικά με το τρίτο ερώτημα –ποιος θα ελέγξει τις τράπεζες– τα πράγματα αποδεικνύονται πιο σύνθετα.

Για το τελευταίο πρέπει να έχουμε στον νου μας το εξής: η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα της ΟΝΕ που μπήκε σε πρόγραμμα υπό την εποπτεία του ΔΝΤ. Αποτελεί λοιπόν πείραμα για το πώς θα εξελιχθεί η οικονομική σχέση των εταίρων που την επιτηρούν, της ΕΚΤ, των οργάνων της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, στο οποίο δεσπόζει το ειδικό βάρος του μεγαλύτερου μετόχου του, των ΗΠΑ. Μέχρι τώρα, οι δουλειές ήταν μοιρασμένες. Οι Ευρωπαίοι (και κυρίως οι Γερμανοί πλέον) είχαν τον πρώτο λόγο οικονομικά εντός ΟΝΕ-Ε.Ε. και στη σφαίρα επιρροής τους και οι Αμερικανοί είχαν τον πρώτο λόγο στρατιωτικά-γεωπολιτικά. Αυτή η ισορροπία δεν διαταράχθηκε ιδιαίτερα παρά τους επιμέρους κλυδωνισμούς και τις διαφοροποιήσεις που υπήρξαν (π.χ. στάση Γερμανίας-Γαλλίας στην επέμβαση στο Ιράκ, στάση ΗΠΑ στη διαχείριση της κρίσης στην Ευρώπη από το 2010). Μήπως είμαστε σε μια τέτοια καμπή; Και αν μπορούμε να αναρωτηθούμε γι’ αυτό στο ένα σκέλος του «καταμερισμού»-μοιρασιάς, στα γεωπολιτικά (όπως φαίνεται π.χ. στη διαφοροποιημένη στάση που έχουν η Γαλλία και ειδικά η Γερμανία απέναντι στη Ρωσία σε σχέση με την πιο σκληρή στάση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην Ανατολική Ευρώπη), τι γίνεται στο άλλο σκέλος, την οικονομική πολιτική;

Εκτιμούμε ότι οι διεθνείς οικονομικές αναταράξεις και η ένταση των αντιθέσεων σε όλα τα επίπεδα μεταξύ των μεγάλων παικτών της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας έχουν επιπτώσεις και σε αυτόν τον τομέα· που φαίνονται γλαφυρά τόσο στο επίπεδο της θεωρητικής «αφήγησης» και της πρακτικής πολιτικής για την οικονομική διέξοδο από την καπιταλιστική κρίση[1] όσο βεβαίως και στην επιδίωξη να κερδηθούν σημεία και χώρος για κάθε δύναμη σε κάθε πεδίο. Υπό αυτό το πρίσμα ίσως πρέπει να δούμε και κάποιες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων.

Καταρχάς, το ότι η Ελλάδα μπήκε σε πρόγραμμα του ΔΝΤ από την κυβέρνηση του ίσως πιο αμερικανόφιλου Έλληνα πολιτικού, του Γιώργου Παπανδρέου. Θα ήταν απλοϊκό βέβαια να πούμε απλώς ότι ένας φιλοαμερικανός πολιτικός έβαλε μια χώρα της ΟΝΕ σε πρόγραμμα του ΔΝΤ ακριβώς για να «βάλουν πόδι» οι Αμερικανοί στη διαχείριση της κρίσης της ΟΝΕ. Άλλωστε, το ότι οδεύαμε ολοταχώς στο να μπούμε αναγκαστικά σε πρόγραμμα επιτήρησης του ΔΝΤ το είχε διατυπώσει πρώτος δημοσίως το 2008 στη βουλή ο ακραιφνώς ευρωπαϊστής (και γερμανοτραφής) Κώστας Σημίτης. Όχι πολύ πρόθυμα, είναι η αλήθεια. Και φυσικά την «τεχνογνωσία» του ΔΝΤ σε καταστάσεις κρίσης χρέους την επιδίωξαν και την επέβαλαν και οι Ευρωπαίοι από ό,τι φάνηκε. Και είχαν ανάγκη το ΔΝΤ και για τον ρόλο του «κακού» στο εσωτερικό blame game της τρόικας, ρόλο τον οποίο πολλές φορές του απέδωσαν για την προώθηση των πολιτικών λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης.

Ωστόσο, το γεγονός παραμένει, όπως και το ότι ξέσπασε ένας πρωτοφανής υπόγειος πόλεμος για το ποιος θα κερδίσει σημεία και χώρο στην πορεία των εξελίξεων. Γιατί τι άλλο από αυτό ήταν ό,τι έγινε με το «πέσιμο» Σαρκοζύ και άλλων στον Παπανδρέου στην περίφημη σύνοδο της Νίκαιας το 2011; Όσοι πιστεύουν απλώς την αφήγηση περί «αφελούς» ΓΑΠ και «τρέλας» για το δημοψήφισμα είναι μάλλον αθώοι. Όχι φυσικά ότι ο ΓΑΠ διακρίθηκε για την ευστροφία του σε όλον τον πολιτικό βίο του, αλλά η αστική πολιτική, τα κέντρα της και οι αποφάσεις που λαμβάνονται δεν είναι απλώς θέμα προσώπων. Δεν είχε και τέτοια διάσταση άραγε και το «ανακτορικό» πραξικόπημα στο ΠΑΣΟΚ, με τη βελούδινη ανατροπή του αμερικανόφιλου Παπανδρέου από τον ακραιφνώς ευρωπαϊστή Βενιζέλο;

Και αργότερα, μετά την ήττα της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου και την άνοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., ίσως πρέπει να δούμε και υπό αυτό το πρίσμα κάποια πράγματα. Το ότι ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος είναι ακραιφνώς ατλαντιστής και αμερικανόφιλος είναι γνωστό. Έχουν μείνει αξέχαστες οι δηλώσεις του να φύγουμε από το ευρώ και να συνδέσουμε το νέο νόμισμά μας με το... δολάριο. Άραγε τα στοχευμένα χτυπήματα σε αυτόν από τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και τον Μάρτιν Σούλτς, την ίδια ώρα που χάιδευαν τον Τσίπρα και έσπρωχναν προς μια κατεύθυνση συγκυβέρνησης με το φιλοευρωπαϊκό Ποτάμι, δεν έχουν και τέτοια διάσταση πέραν της προφανούς πολιτικής διάστασης (προσέγγιση ΣΥΡΙΖΑ με σοσιαλδημοκρατία); Και ήταν χτυπήματα για τη θέση ευθύνης που διαχειρίζεται τη στρατιωτική πολιτική, στην οποία όπως είπαμε τον πρώτο λόγο έχουν παραδοσιακά οι Αμερικανοί. Ήταν άσχετο αυτό άραγε με το ότι το οικονομικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ ανέπτυσσε σχέσεις με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού διαταράσσοντας ευαίσθητες ισορροπίες; Γιατί αυτό ακριβώς έκανε με τις σχέσεις που δημιουργήθηκαν (μέσω της Κατσέλη και του Βαρουφάκη) με το το Levy Institute και το θετικό κλίμα που σαφώς καλλεργήθηκε απέναντι στην αμερικανική οικονομική πολιτική, η οποία εκθειάστηκε μάλιστα και από δηλώσεις πρωτοκλασάτων στελεχών και του ίδιου του Τσίπρα στη γνωστή επίσκεψη στο Τέξας και όχι μόνο. Όλα φυσικά αλεσμένα στον μύλο της «αριστερής» θεωρίας της εκμετάλλευσης των αντιθέσεων στο στρατόπεδο των ξένων δυνάμεων…

Στο πλαίσιο αυτό, ο Βαρουφάκης, και ενώ ακόμη δεν ήταν ευρέως γνωστή η σχέση του με τον Τσίπρα και το επιτελείο του, πήγε το 2012 για δύο χρόνια στο Τέξας με εκπαιδευτική άδεια και τη διαμεσολάβηση του Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ (όπως έγραψε και ο ίδιος στο πρόσφατο βιβλίο του).[2] Και μόλις γύρισε, δημοσίευσε την πρότασή του για την επίλυση της κρίσης του ευρώ με τον Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ και τον Στιούαρτ Χόλλαντ,[3] υπό τον εύγλωττο τίτλο Μια μετριοπαθής πρόταση για την επίλυση της κρίσης του ευρώ. Συσχετίζοντας την πρόταση αυτή με την πολιτική διαχείρισης του χρέους από τη νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. ενάμιση χρόνο πριν γράψαμε:[4]

«Η κυβέρνηση εκτιμά ορθά επίσης ότι δεν υπάρχει ενδεχόμενο κεϋνσιανής “ομοσπονδιοποίησης” [σ.σ. της Ε.Ε.] και δεν θεωρεί θετική προοπτική προφανώς μια σταδιακή (και βασανιστικά αργή…) κίνηση εμβάθυνσης της ένωσης με πλήρη γερμανική ηγεμονία. Το μόνο που της απομένει λοιπόν είναι η αναζήτηση ημίμετρων ελάφρυνσης της λιτότητας και της δανειακής επιβάρυνσης.

»Από αυτή την άποψη, η επιλογή του Γιάνη Βαρουφάκη δεν ήταν τυχαία αλλά μάλλον η ιδανική επιλογή για μια προσπάθεια υλοποίησης τέτοιας πολιτικής. Για τον απλούστατο λόγο ότι ο σημερινός υπουργός Οικονομικών έχει καταθέσει από το φθινόπωρο ήδη μια “μετριοπαθή” πρόταση για την επίλυση της κρίσης του ευρώ. Η “μετριοπάθεια” της οποίας έγκειται ακριβώς στο ότι ενώ αναγνωρίζει ότι η υπάρχουσα κατάσταση δεν είναι βιώσιμη μεσοπρόθεσμα ταυτόχρονα αναγνωρίζει ρητά ότι η Γερμανία δεν συζητά για “ομοσπονδιοποίηση” με αναδιανομή, και η επιλογή εξόδου από την ΟΝΕ δεν υπάρχει καν στο τραπέζι. Ο αποκλεισμός των δύο ορίων οδηγεί προφανώς στην αναζήτηση μιας “βέλτιστης” λύσης εντός του σημερινού πλαισίου που να μπορεί (ή να πιστεύει ότι μπορεί…) να είναι αμοιβαία αποδεκτή από όλους εντός ΟΝΕ. Μιας “λύσης” με ημίμετρα αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, με αναζήτηση τόνωσης των επενδύσεων με αναιμικά κεφάλαια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, με αποπληρωμή από την ΕΚΤ (και μεταφορά χρέους σε αυτή με μικρότερο επιτόκιο) του μέρους των ομολόγων που ωριμάζουν, το οποίο αντιστοιχεί στο “νόμιμο” κατά Μάαστριχτ χρέος (το 60% του ΑΕΠ όπως έχει οριστεί αυθαίρετα), με «επιμήκυνση» ομολόγων, με εξαγορά και εξυγίανση από τον ΕΜΣ και την ΕΚΤ των προβληματικών τραπεζών και μεταπώλησή τους με κέρδος ένα έτος μετά (πόσο βίαιη θα είναι μια τόσο γρήγορη εκκαθάριση και σε ποιον θα μεταπωληθούν άραγε; στις Γερμανικές τράπεζες ή μήπως τελικά στους… Αμερικανούς, τους συνήθεις αγοραστές τραπεζών σε χώρες με ΔΝΤ; – το ότι ο Βαρουφάκης και άλλα οικονομικά στελέχη πλησίον της κυβέρνησης διατηρούν σχέσεις με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού δημιουργεί μάλλον εύλογα ερωτηματικά)». 

Η τελική έκβαση της διαπραγμάτευσης και η τύχη του Βαρουφάκη είναι πλέον γνωστά. Σε αυτό το παιχνίδι όντως κέρδισαν οι Γερμανοί στο τέλος. Προτείνουμε όμως να εκτιμηθούν υπό αυτό το πρίσμα οι πρόσφατες αποκαλύψεις του Γκάλμπρεϊθ στο βιβλίο του περί σχεδίου Χ με αναγκαία «εθνικοποίηση» της ΤτΕ, που πρακτικά θα σήμαινε ακριβώς απεγκλωβισμό του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το Ευρωσύστημα της ΕΚΤ, πρόταση που και ο ίδιος ο Βαρουφάκης έχει ξαναπεί ως ενδεχόμενο (ακόμα κι αν επιχειρούσε να την αποσυσχετίσει από το ότι κάτι τέτοιο σημαίνει πρακτικά έξοδο από το ευρώ και όχι ουτοπικές προσδοκίες για μεταρρύθμιση της ΟΝΕ σε κάτι άλλο με κεϋνσιανή αναδιανομή πλεονασμάτων στις ελλειμματικές χώρες). Και επειδή ούτε ο Βαρουφάκης ούτε ο Γκάλμπρεϊθ φημίζονται για τον αντικαπιταλισμό τους, αυτές οι προτάσεις δεν σήμαιναν ότι οι τράπεζες θα πέρναγαν στον έλεγχο του λαού αλλά μάλλον σε κάποιον άλλον πέραν της ΕΚΤ και αυτού τού έρμου του λαού μας. Και ο νοών νοείτω.

Διόλου τυχαία λοιπόν, κάθε σκέψη, πρόταση, νύξη για εθνικοποίηση, είτε προέρχεται από τον Βαρουφάκη είτε από τη ριζοσπαστική και κομμουνιστική αριστερά, ξεσηκώνει πάντα θύελλα οργισμένων αντιδράσεων σε όλο το ακραιφνώς ευρωπαϊστικό αστικό πολιτικό και οικονομικό φάσμα, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη μέχρι τον Χουλιαράκη πλέον. Η ιερή αγελάδα της ΤτΕ και των «συστημικών» πλέον τραπεζών δεν είναι για να παίζουμε!

Βέβαια, ως είθισται, όταν τσακώνονται οι ελέφαντες, την πληρώνουν τα ποντίκια. Εν προκειμένω, η αγαπητή μας κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. δηλαδή, που επιμόνως προσπαθούσε να μας πείσει ότι έπαιξε με «στρατηγική ευφυΐα» στο κενό μεταξύ των αντιθέσεων Γερμανίας και ΗΠΑ. Και ενώ στο ημίχρονο το έπαιξε διπλό, το ματς έληξε άσος συνάδοντας με τη γνωστή πρόβλεψη του Λίνεκερ. Τώρα απλώς υφίσταται τις συνέπειες της μνημονιακής πρόσδεσης στο άρμα της ευρωγερμανικής ηγεμονίας σε όλα τα επίπεδα. Και ένα από αυτά φυσικά είναι και το ποιος θα έχει τον έλεγχο των τραπεζών μαζί με τον εκάστοτε επικεφαλής της ΕΚΤ.[5] Αυτό ακριβώς εκτυλίσσεται στις μέρες μας με την παραίτηση τριών μελών του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και την ισχυρή πίεση από την τρόικα για να γίνουν σεβαστά όσα έχουν ήδη υπογραφεί για πλειοψηφικό έλεγχο του ΤΧΣ πλέον από την ίδια. Μεταξύ των οποίων είναι και η πρόβλεψη τα μέλη του ΤΧΣ και των διοικήσεων των τραπεζών να μην έχουν διατελέσει σε πολιτικές θέσεις για ικανό χρονικό διάστημα πριν από την ανάληψη της θέσης τους στην τράπεζα. Πιο ταιριαστή φωτογραφική ρύθμιση για περιπτώσεις της εμπιστοσύνης του οικονομικού επιτελείου του ΣΥΡΙΖΑ όπως η Λούκα Κατσέλη δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Αυτά οδήγησαν τον Δραγασάκη πρόσφατα να εκτοξεύσει πύρινους λόγους για τον ασφυκτικό κλοιό των δανειστών που «πρέπει να μας αφήσουν να κυβερνήσουμε» επιτέλους,[6] παράλληλα με τον Μητσοτάκη, που μιλά για τον κίνδυνο «αφελληνισμού» των τραπεζών. Όχι, δεν θυμήθηκε ο Δραγασάκης τα νιάτα του στο ΚΚΕ όταν πάλευε για την εθνική ανεξαρτησία. Απλώς προσπαθεί απεγνωσμένα να κερδίσει ό,τι μπορεί έναντι των δανειστών, μόνος του πλέον βέβαια και με ερώτημα αν απομένει πλέον κάτι άλλο «στρατηγικά ευφυές» για να σκαρφιστεί πια.

Όλη αυτή η διαπάλη γίνεται φυσικά προετοιμάζοντας το έδαφος για τη νέα μεγάλη εκκαθάριση που έρχεται, την εκκαθάριση των κόκκινων δανείων. Που δεν αφορά κυρίως τα στεγαστικά κόκκινα δάνεια και τις κατασχέσεις που θα ακολουθήσουν κάποια στιγμή ώστε να αξιοποιηθεί προς όφελος των λιμναζόντων κεφαλαίων η ιδιωτική λαϊκή περιουσία. Κυρίως αφορά άμεσα τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια. Το λουκέτο του Μαρινόπουλου και του Μαμιδάκη είναι μόνο η αρχή στην άγρια εκκαθάριση και τον μετασχηματισμό της ελληνικής αγοράς και επιχειρηματικότητας που πλησιάζει.

 

 

[1] Χ. Τουλιάτος, «Το ΔΝΤ κατά του νεοφιλελευθερισμού;», προσβάσιμο στο http://goo.gl/0t9lpe.

[2] J.K. Galbraith, Καλώς όρισες στη μαρτυρική αρένα. Μαρτυρία μιας Ευρώπης που, καταστρέφοντας την Ελλάδα, αυτοκαταστρέφεται, μτφρ. Τ. Παπαϊωάννου, Πατάκης, Αθήνα 2016.

[3] Γ. Βαρουφάκης, J.K. Galbraith, S. Holland, Μια μετριοπαθής πρόταση για την επίλυση της κρίσης του ευρώ, Ποταμός, Αθήνα 2014.

[4] Χ. Τουλιάτος, «Οι περιπέτειες του χρέους. Μέρος I: από τη διαγραφή στην επιμήκυνση...», προσβάσιμο στο http://goo.gl/uZKEdU.

[5] Α. Ζέρβας, «Κάτι (πολύ σοβαρό πια) τρέχει με τις τράπεζες», προσβάσιμο στο http://goo.gl/thdR4B.

[6] «Δραγασάκης-Τσακαλώτος επιχειρούν παρέμβαση για της τράπεζες», protothema.gr.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.